Η Βόρειο-Ιρλανδή συγγραφέας Μάγκι ο’ Φάρελ (Maggie O’ Farrell, 1972 – ) στο ιστορικό μυθιστόρημα ‘Αμνετ’, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ σε μετάφραση Αύγουστου Κορτώ, ανασυνθέτει, λογοτεχνική αδεία, το γεγονός του θανάτου ενός εντεκάχρονου παιδιού στην Αγγλία του 16ου αιώνα, ο οποίος οδήγησε στη δημιουργία ενός αριστουργήματος.

Το παιδί που πεθαίνει είναι ο Άμνετ, ο γιός του Σαίξπηρ και η Ο’ Φάρελ, παρά τις πενιχρές διαθέσιμες πηγές, επιχειρεί να αναβιώσει την εποχή που έζησε και ίσως τις συνθήκες του θανάτου του, διεισδύοντας στον ψυχισμό των μελών της οικογένειας του μεγάλου βάρδου και πλέκοντας με τη φαντασία της ένα ελισαβετιανό σκηνικό που πείθει τον αναγνώστη.
Ήδη πριν ξεκινήσει την εξιστόρησή της η συγγραφέας δίνει στους αναγνώστες του βιβλίου μια ιστορική πληροφορία :
‘Τη δεκαετία του 1580, ένα ζευγάρι που έμενε στην οδό Χένλι του Στράτφορντ απέκτησε τρία παιδιά : τη Σουζάνα, κι έπειτα τον Άμνετ και την Τζούντιθ – δίδυμα αδέρφια.
Ο Άμνετ πέθανε το 1596 σε ηλικία έντεκα ετών.
Γύρω στα τέσσερα χρόνια μετά, ο πατέρας έγραψε ένα θεατρικό έργο ονόματι Άμλετ.’
Ελάχιστα είναι γνωστά για τη ζωή του Σαίξπηρ και ακόμη λιγότερα για τη σύζυγό του και τον μοναδικό γιο τους. Η συγγραφέας προσπαθεί να συνθέσει την οικογένεια του μεγάλου ποιητή χωρίς όμως ούτε μία φορά να αναφέρει το όνομά του. Αντίθετα επικεντρώνεται στη σύζυγό του, την Άνν Χάθαγουεϊ, αυτή την οποία ο μεγάλος βάρδος συμπεριέλαβε στη διαθήκη του ως την κληρονόμο του δεύτερου καλύτερου κρεβατιού, και στην οποία η συγγραφέας αναθέτει το ρόλο του τραγικού ήρωα αυτής της ιστορίας.
Στο βιβλίο της η Μάγκι Ο’Φάρελ, μας παρουσιάζει την Άνν ως Άγκνες, που ήταν το όνομα με το οποίο τη φώναζε ο πατέρας της, σαν μια γυναίκα που πιστεύει στη θεραπευτική δύναμη των φυτών. Η Άνν έχει μια ηρεμία και έναν ασυνήθιστο τρόπο σκέψης, καταλαβαίνει τα ζώα και τα φυτά · η φύση της μιλάει, βγαίνει βόλτες με ένα γεράκι και μπορεί να καταλάβει τον χαρακτήρα αλλά και το μέλλον κάποιου με το άγγιγμα του χεριού του. Ο κόσμος τη θεωρεί μάγισσα αλλά είναι σ’ αυτή που προστρέχουν για γιατροσόφια και βοτάνια όταν βρεθούν σε ανάγκη.
Η Άγκνες ερωτεύεται τον κατά 8 χρόνια μικρότερό της δάσκαλο των Λατινικών που συναντά όταν αυτός έρχεται στο σπίτι τους για να παραδώσει μαθήματα στ’ αδέλφια της. Μετά από ένα σύντομο ειδύλλιο η Άγκνες μένει έγκυος και ξεπερνώντας τις αντιρρήσεις των οικογενειών τους οι δύο νέοι παντρεύονται. Αποκτούν μια κόρη τη Σουζάνα και μετά από λίγο καιρό τα δίδυμα Άμνετ και Τζούντιθ.
Ο σύζυγος της Άγκνες με παρότρυνση της γυναίκας του φεύγει για το Λονδίνο, προκειμένου να διευρύνει την επιχείρηση γαντιών του πατέρα του αλλά κυρίως για να ξεφύγει από τον ασφυκτικό κλοιό και τις επιρροές της πατρικής οικογένειας. Στο Λονδίνο εργάζεται αρχικά σαν ηθοποιός και σύντομα αναγνωρίζεται ως θεατρικός συγγραφέας. Απορροφημένος από μια καριέρα στην οποία μέχρι πρότινος δεν τολμούσε να ελπίσει, επισκέπτεται την οικογένειά του όλο και πιο σπάνια ενώ η αρχική πρόθεση να μετακομίσει όλη η οικογένεια στο Λονδίνο απομακρύνεται συνεχώς.
Η έρευνα που έχει κάνει η συγγραφέας για τη ζωή του Σαίξπηρ είναι εμφανής σε όλο το μυθιστόρημα. Όπως εμφανής είναι και η προσπάθειά της να αποκαταστήσει τη φήμη της Άγκνες, απορρίπτοντας τις εικασίες για έναν ‘κακό γάμο’ και σπέρνοντας το κείμενο με λογικές εξηγήσεις.
Το 1593, η δεύτερη πανδημία του Μαύρου Θανάτου κατέλαβε την Ευρώπη με ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων να χάνουν τη ζωή τους. Με μια περιγραφή που ακούγεται παράξενα οικεία αυτές τις μέρες, μαθαίνουμε ότι προς το τέλος του 16ου αιώνα τα θέατρα είχαν κλείσει για να αποτρέψουν την εξάπλωση της βουβωνικής πανώλης, οι γιατροί φορούσαν μάσκες για να επισκεφθούν τους αρρώστους και είχαν εκδοθεί διατάγματα σχετικά με το πόσο γρήγορα πρέπει να γίνονται οι ταφές. Τα κρούσματα του λοιμού συνεχίστηκαν για χρόνια με αποτέλεσμα οι θεατρικές ομάδες να περιοδεύουν στην επαρχία για τις παραστάσεις τους.
Με μια εγκιβωτισμένη ιστορία για ένα ναυτικό που βγαίνει σ’ ένα λιμάνι της Μεσογείου για να αγοράσει τρόφιμα και καταλήγει να αρρωστήσει από την βουβωνική πανώλη η Ο’ Φάρρελ φαντάζεται τον λοιμό να φτάνει στο Στράτφορντ μέσω ενός κιβωτίου με χάντρες από φυσητό γυαλί που ταξίδεψαν από τη Βενετία για να καταλήξουν στα χέρια της Τζούντιθ, της μικρότερης κόρης της Άγκνες, με απρόσμενες συνέπειες. Αρχικά αρρωσταίνει η Τζούντιθ και σύντομα την ακολουθεί ο Άμνετ. Η Άγκνες απορροφημένη από την ασθένεια της Τζούντιθ δεν αντιλαμβάνεται εγκαίρως τη σοβαρότητα της κατάστασης του γιού της. Η Τζούντιθ γιατρεύεται αλλά ο Άμνετ δεν τα καταφέρνει.

Ενδεικτικό της έρευνας που έχει κάνει η Ο’ Φάρελ είναι και το γεγονός ότι τα θέματα που επαναλαμβάνονται στο έργο του Σαίξπηρ – μοιχεία, γονείς, πένθος κ.λ.- βρίσκουν θέση στην πλοκή του μυθιστορήματος. Το ίδιο παρατηρείται και με τους συμβολισμούς, με τους πιο ισχυρούς να προέρχονται από τη φύση. Η Άγκνες γεννάει το πρώτο της παιδί μέσα στη φύση. Τα μυστικά της φύσης αποκωδικοποιεί για να ετοιμάσει τα γιατρικά της. Ακόμη και όταν προετοιμάζει τον γιό της για την ταφή επιλέγει φυτά και βότανα με ιδιαίτερους συμβολισμούς για να τον στολίσει.
Η συγγραφέας μένει ελάχιστα στο θάνατο του Άμνετ αλλά επικεντρώνεται στο βίωμα του αιώνιου αποχωρισμού μέσα από τα πρόσωπα της οικογένειας και κυρίως της μητέρας. Η θλίψη της, που μοιάζει αδύνατο να αποτυπωθεί με λέξεις, είναι το κεντρικό θέμα του βιβλίου και η Ο’ Φάρελ προσπαθεί να το αποτυπώσει μέσα από την απάντηση που δίνει η Άγκνες στην ερώτηση του συζύγου της : ‘Πόσο συχνά τον συλλογιέσαι;’ την ρωτά. Κι εκείνη: ‘Συνέχεια. Είναι πάντα εδώ, κι ωστόσο φυσικά, δεν είναι. […] Έχω φτάσει ν’ αναρωτιέμαι συνεχώς πού βρίσκεται. Πού πήγε. Είναι σαν ρόδα που γυρίζει αδιάκοπα στα βάθη του νου μου. Ό,τι κι αν κάνω, όπου κι αν βρίσκομαι, συλλογιέμαι : Πού είναι, πού είναι; Δεν μπορεί να χάθηκε έτσι. Κάπου πρέπει να ‘ναι. Αρκεί να τον βρω. Τον γυρεύω παντού, σε κάθε δρόμο, σε κάθε πλήθος και κοινό. Αυτό κάνω, όποτε τύχει να σηκώσω τα μάτια στο κοινό: πασχίζω να τον βρω, τον ίδιο ή μια κάποια εκδοχή του.’
Και ενώ η μητέρα περιφέρεται στο Στράτφορντ κλεισμένη στον πόνο της ο πατέρας επιστρέφει στο Λονδίνο, στο γνώριμο και ασφαλές περιβάλλον του θεάτρου, σκεπτόμενος ότι ‘Αν παραμείνει στο επίκεντρο της λονδρέζικης ζωής του, τίποτα δεν μπορεί να τον βλάψει. Εδώ, σ’αυτή τη βάρκα, σ’ αυτή την πόλη, σ’ αυτή τη ζωή, μπορεί σχεδόν να πείσει τον εαυτό του ότι, αν επέστρεφε, θα τους έβρισκε όπως και πριν, αμετάβλητους, απερίσπαστους, τρία παιδιά κοιμισμένα στα κρεβάτια τους.’
Δύο χρόνια μετά το θάνατο του Άμνετ ανεβαίνει στις θεατρικές σκηνές του Λονδίνου ένα νέο έργο με τίτλο ‘Άμλετ’.
Είναι το έργο με το οποίο – περισσότερο από κάθε άλλο – ο πατέρας του Άμνετ συνέδεσε το όνομά του. Είναι η μετουσίωση του πένθους του σε τέχνη. Είναι το παράθυρο που σκέφτηκε να ανοίξει στη θλίψη του για να ξαναφέρει πίσω το γιό του. Για να ακουστεί και πάλι το όνομά του. Για να μην ξεχαστεί.
Εκδόσεις : ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Διαβάστε επίσης :
https://bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/13135-oaposfarrell-maggie-psuchogios-amnet-marinos
Reblogged στις worldtraveller70.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!