Με το βιβλίο ‘Η ζωή κάτω από το χώμα’ οι εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ συστήνουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό τον Μάρτιν ο Κάιν (Máirtín Ó Cadhain, 1906-1970), έναν από τους πιο σπουδαίους λογοτέχνες της Ιρλανδίας κατά τον 20ο αιώνα.

Ο Μάρτιν Ο’ Κάιν γεννήθηκε στην Κονεμάρα, στη Δυτική Ιρλανδία, το 1906 σε ένα περιβάλλον φτωχικό και σχεδόν αναλφάβητο. Παρά την έλλειψη συστηματικής εκπαίδευσης όμως οι άνθρωποι του άμεσου περιβάλλοντος του όπως ο παππούς του, ο πατέρας του και ο θείος του ήταν σημαντικές λαογραφικές πηγές και εκπληκτικοί αφηγητές.
Ο ίδιος ο Μάρτιν Ο’ Κάιν σπούδασε και εργάστηκε για κάποια χρόνια σαν δάσκαλος σε Δημοτικό σχολείο. Το θέμα των γλωσσών τον γοήτευε ιδιαίτερα και ο ίδιος μιλούσε αρκετές όπως Αγγλικά, Ρωσικά, Ισπανικά, Ουαλικά, Γερμανικά, Σκωτσέζικα, Γαελικά και Γαλλικά. Τα έργα του όμως τα έγραψε στα Γαελικά και αυτός είναι ένας από τους λόγους που το έργο του έμεινε για χρόνια απροσπέλαστο από το αναγνωστικό κοινό. Ένθερμος Ιρλανδός εθνικιστής, στρατεύθηκε στις αρχές του ’30 με τον ΙΡΑ προωθώντας την επανάκτηση της Ιρλανδίας μέσω του Γαελικού πολιτισμού ενώ δραστηριοποιήθηκε έντονα προκειμένου οι αγροτικές κοινότητες της Κονεμάρα να αποκτήσουν αναγνώριση του δικαιώματός τους για αξιοπρεπή διαβίωση στη χώρα τους χωρίς να χρειάζεται να στραφούν στην αγγλική γλώσσα. Ο κίνδυνος της επικείμενης εξαφάνισης της γλώσσας και του πολιτισμού αυτής της περιοχής της Δυτικής Ιρλανδίας είναι κάτι που τον απασχόλησε δια βίου.
Μέσα από τις γλωσσικές και λογοτεχνικές μελέτες του, ο Καντάιν ασχολήθηκε με τον ευρωπαϊκό νεωτερισμό και ήταν με το έργο του ‘Η ζωή κάτω από το χώμα’ που συνέβαλε καθοριστικά στη μεταφορά του λογοτεχνικού μοντερνισμού στη σύγχρονη Ιρλανδική λογοτεχνία.
Το βιβλίο ‘Η ζωή κάτω απ’ το χώμα’ είναι ένα σημαντικό βιβλίο, μοντέρνο και πειραματικό, χωρίς σημαντική πλοκή, που σπάει όλες τις συνήθεις λογοτεχνικές συμβάσεις αφήγησης και οι χαρακτήρες ξεδιπλώνουν τις ιστορίες τους μέσω των διαλόγων.

Όλοι οι χαρακτήρες είναι νεκροί, πρώην κάτοικοι της ίδιας περιοχής που γνωριζόντουσαν μεταξύ τους και συναντιούνται ξανά μετά το θάνατό τους κάτω απ’ το χώμα. Στη νέα τους κατοικία ανακτούν τη συνείδησή τους και επικοινωνούν μεταξύ τους με αποτέλεσμα οι παλιές διαμάχες να αναζωπυρώνονται, μυστικά και προθέσεις να αποκαλύπτονται και χαρακτήρες να ξεσκεπάζονται. Εγκλωβισμένοι στον αιώνιο χρόνο μοιάζουν να αναζητούν ανακούφιση στη συζήτηση και το κουτσομπολιό. Κάθε νέος νεκρός που προστίθεται στην ομάδα φέρνει τα νέα από τη ζωή πάνω απ’ το χώμα πυροδοτώντας έτσι νέες συζητήσεις, καυγάδες και αντιπαλότητες. Ένας δάσκαλος μαθαίνει ότι η νεαρή χήρα του ξαναπαντρεύεται μετά το θάνατό του, μια γυναίκα με σκανδαλώδη ζωή μεταλλάσσεται σε άνθρωπο του πνεύματος, ένας ασφαλιστής καμαρώνει γιατί εξαπάτησε τους πελάτες του, μια ηλικιωμένη επιμένει ότι θα ήταν ακόμα ζωντανή αν είχε τη δύναμη να σηκωθεί από τη φωτιά στην οποία έπεσε, κάποιος άλλος ορκίζεται πίστη στον Χίτλερ και πάνω απ’ όλους η Κατριόνα Ποντίν αναρωτιέται σε πιά οικονομική βαθμίδα τάφων την έχουν θάψει, αγανακτεί επειδή πέθανε πριν την αδελφή της ενώ ταυτόχρονα περιμένει εναγωνίως να τοποθετήσουν στον τάφο της ένα μαρμάρινο σταυρό.
‘Θεός φυλάξοι! Ζωντανή είμαι ή πεθαμένη; Ζωντανοί ή πεθαμένοι είναι τούτοι εδώ; Στριγκλίζουν όλοι τους, όπως ακριβώς έκαναν και τότε που ζούσαν. Κι εγώ που νόμιζα πως, σαν θα βρισκόμουν στον τάφο, ξέγνοιαστη πια απ’ τις αγγαρείες και τις σκοτούρες του νοικοκυριού, θα’χα επιτέλους την ησυχία μου… Μα, γιατί τέλος πάντων τόση φασαρία μες στο χώμα;’
Όλες αυτές οι φωνές αναμειγνύονται σε μια συνομιλία που μοιάζει ατελείωτη και ο αναγνώστης αναγνωρίζει αυτόν που μιλάει κάθε φορά μέσα από τα παράπονα και τις εμμονές του. Παρόλο όμως που όλοι τους αναφέρουν συνεχώς τον Θεό και τον διάβολο δεν φαίνεται πουθενά να κυριαρχούνται από χριστιανικό πνεύμα, δεν τους απασχολεί η Νέμεσις, δεν ανησυχούν για την ώρα της κρίσης γιατί γι’ αυτούς δεν φαίνεται να έρχεται ποτέ.
Το βιβλίο είναι μοιρασμένο σε δέκα κεφάλαια που αναφέρονται ως ιντερλούδια και ο κάθε τίτλος είναι ένας επιθετικός προσδιορισμός για τη γη· η μαύρη γη, η σκόρπια γη, η χαίνουσα γη … Τα περισσότερα από αυτά ξεκινούν με τη Σάλπιγγα του Κοιμητηρίου ‘Ακούστε τη φωνή μου! Ο έχω ώτα ακούειν, ακουέτω…’ η οποία προσπαθεί να επισημάνει τον παραλογισμό της ανθρώπινης φύσης που αποδεικνύεται ανίκανη να αναμορφωθεί και κουβαλάει τις αδυναμίες της στην αιωνιότητα.
Ο Ο’Κάιν με ένα υποδόριο χιούμορ ασκεί μια πολιτιστική κριτική μέσα από το βιβλίο του καταγγέλλοντας τη φτώχεια, τον φανατισμό, τη ζήλια, τον ρατσισμό και τη στενομυαλιά, έννοιες και συμπεριφορές που συμπαρατάσσονται για να υπονομεύσουν περιοχές όπως η Κονεμάρα.

Για τις πιθανές πηγές της κεντρικής ιδέας αυτού του κρυμμένου για χρόνια λογοτεχνικού θησαυρού της Ιρλανδίας έχουν εκφραστεί διάφορες απόψεις. Άλλοι από τους μελετητές του βιβλίου αναφέρουν σαν κύρια πηγή έμπνευσης του συγγραφέα το έργο του Γκόγκολ ‘Νεκρές ψυχές’ ενώ άλλοι παραπέμπουν στον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις. Την ίδια χρονιά με το ‘Η ζωή κάτω απ’ το χώμα’, ένας άλλος μεγάλος Ιρλανδός ο Σ.Μπέκετ, στο έργο του ‘Περιμένοντας τον Γκοντό’ έγραψε: «Όλες τις νεκρές φωνές. Κάνουν έναν ήχο σαν φτερά. Σαν φύλλα. Σαν άμμος. Μιλάνε όλες μαζί. Κάθε μια στον εαυτό της…».
Ίσως όμως να μην ισχύει τίποτα από αυτά. Ίσως τελικά οι νεκροί του Ο’Κάϊν να είναι μια λογοτεχνική μεταφορά για την γλώσσα του που ενώ έχει θεωρηθεί νεκρή εξακολουθεί να υπάρχει και να δημιουργεί.
Ίσως ακόμη η κοινότητα των φλύαρων νεκρών να είναι η κωμική απεικόνιση μιας στενά συνδεδεμένης κοινότητας και ο Ο’Κάϊν να παραμένει έντονα προσαρμοσμένος στον παραλογισμό της ανθρώπινης συμπεριφοράς και στη δυσάρεστη, παραπλανητική μαγεία της κοινωνικής συσχέτισης γιατί – όπως σημειώνει στο εξαιρετικό επίμετρο του βιβλίου ο μεταφραστής του Μιλτιάδης Αργυρόπουλος –τους άλλους τους έχουμε ανάγκη για όλες εκείνες τις ανάγκες που δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε μόνοι μας αλλά και για να μας επιβεβαιώνουν και να μας θαυμάζουν.
‘Κατά βάθος οι Άλλοι επιτελούν δύο μόνο λειτουργίες : είναι χρήσιμοι για να μας ξύνουν την πλάτη και να μας χαϊδεύουν τα αυτιά. […] Πέρα από τα όσα λένε όμως, οι ήρωες του Ο’Κάιν εκφράζουν τη μικρότητα της ανθρώπινης φύσης και με όσα αποσιωπούν. Ισοβίως εστιασμένοι στη θήρευση του τετριμμένου, λησμόνησαν την κατ’ ουσίαν ζωή: ξέχασαν να ερωτευθούν με πάθος, να παίξουν με τα παιδιά τους, να αποθαυμάσουν τη δύση του ήλιου στον αχανή Ατλαντικό. Άφησαν τη ζωή να τους τρέξει μέσ’ από τα χέρια, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να αντιτάξουν στην αιωνιότητα του κενού ούτε λίγες ώρες πλησμονής, να μην μπορούν να διαρρήξουν την ανία ούτε με μία αξιαφήγητη ιστορία.’
Το βιβλίο του Μάρτιν Ο’Κάιν συζητήθηκε στη Λέσχη Ανάγνωσης Passe Partout Reading στη συνάντηση του Φεβρουαρίου ’21 και αρκετές από τις θέσεις που αναφέρονται στο πιο πάνω κείμενο ακούστηκαν από τα μέλη της Λέσχης.
Άλλες πηγές που χρησιμοποιήθηκαν και προτείνονται για ανάγνωση:
https://www.newyorker.com/books/page-turner/the-irish-novel-thats-so-good-people-were-scared-to-translate-it
https://artsfuse.org/124910/fuse-book-review-the-dirty-dust-voices-from-the-underground-sublime-spiteful-satiric/
Δεν μου άρεσε το βιβλίο δεν θα το συστήσω
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Vous me faites découvrir un auteur, merci beaucoup, ce que vous en dites sur le fond et la forme m’intéresse beaucoup, j’espère qu’il a été traduit en français, je verrai cela avec ma libraire, très bon week-end
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Reblogged στις worldtraveller70.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!