Η ΣΙΩΠΗ

στις

Ο Don DeLillo δε χρειάζεται συστάσεις. Ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς συγγραφείς με έργο ιδιαίτερο που εκτείνεται σχεδόν σε έξι δεκαετίες. Συγγραφέας των πολύ σημαντικών μεταξύ άλλων βιβλίων «Λευκός θόρυβος», «Υπόγειος Κόσμος», «Κοσμόπολις», «Σημείο Ωμέγα» στα οποία κυρίως καυτηριάζει την έλλειψη κοινωνικών και ηθικών αξιών από την Αμερική της υλικής περίσσειας και του άδειου μαζικού πολιτισμού.

«Η Σιωπή» είναι το τελευταίο του βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα στην Ελλάδα με μικρή χρονική διαφορά από τις ΗΠΑ.

«Η Σιωπή» ξεκινά σε ένα αεροπλάνο με έναν άντρα και μια γυναίκα σε πτήση από το Παρίσι στο Νιούαρκ. Είναι Φεβρουάριος του 2022, ημέρα διεξαγωγής του τελικού πρωταθλήματος Super Bowl τον οποίο οι περισσότεροι Αμερικανοί παρακολουθούν συγκεντρωμένοι από νωρίς μπροστά στις τηλεοράσεις τους. Ο άντρας είναι ο Τζιμ Κριπς και η σύζυγός του…, «μελαψή, η Τέσα Μπέρενς, καταγωγή από Καραϊβική-Ευρώπη-Ασία, ποιήτρια, ποιήματά της δημοσιεύονταν συχνά σε λογοτεχνικά περιοδικά. Περνούσε επίσης χρόνο, διαδικτυακά, ως συντάκτρια σε με μια ομάδα συμβουλευτικής που απαντούσε στις ερωτήσεις συνδρομητών για θέματα όπως απώλεια ακοής, σωματική ισορροπία έως και άνοια». Χρησιμοποιούν μια αυτοματοποιημένη διαδικασία επικοινωνίας που περιλαμβάνει μικρές φράσεις και αριθμούς: θερμοκρασία, ώρα άφιξης, ταχύτητα… «Καμία σχέση με τις φλυαρίες σε δωμάτια, ή εστιατόρια, όπου η βασική κίνηση παγώνει από τη βαρύτητα, κι ο λόγος ρέει ελεύθερα».

Ο Τζιμ και η Τέσα σχεδίαζαν να πάνε από το αεροδρόμιο κατευθείαν στους φίλους τους για να παρακολουθήσουν μαζί αυτό το μείζον για την Αμερική αθλητικό γεγονός. Ξαφνικά σβήνουν τα πάντα μέσα στο αεροσκάφος και οι επιβάτες σώζονται σαν από θαύμα από την πτώση του. Πρόκειται για την πρώτη ένδειξη «ότι οι επικοινωνίες έχουν γίνει μαντάρα» γεγονός που έχει προκαλέσει ξαφνική διακοπή όλων των τεχνολογικών εφαρμογών. Ο Τζιμ και η Τέσσα ξεφεύγουν από την προσγείωση με γρατσουνιές. Μεταφέρονται σε κλινική για να περιποιηθούν το τραύμα του Τζιμ, εκείνοι όμως νιώθουν παράξενα απελευθερωμένοι και προτιμούν πρώτα να συνευρεθούν ερωτικά στην τουαλέτα. Στη συνέχεια «τα φώτα στο ταβάνι αναβόσβηναν, εξασθένησαν και μετά έσβησαν. Αμέσως μια σιωπή σκέπασε την κλινική. Όλοι περίμεναν. Ένα αίσθημα φόβου σε αναμονή, επειδή δεν ήταν ξεκάθαρο τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό, πόσο ακραία, πόσο μόνιμη θα ήταν αυτή η παρέκκλιση σε μια ήδη δραστική ανατροπή των γεγονότων».

Την ίδια ώρα σ’ ένα διαμέρισμα στο Μανχάταν, οι φίλοι του Τζιμ και της Τέσα, η Νταϊάν Λούκας και ο Μαξ Στένερ αναμένουν την άφιξη των ταξιδιωτών παρακολουθώντας «διαφημίσεις, διακοπές μετάδοσης, κουβεντολόι πριν από το παιχνίδι». Συνοδεύονται από τον Μάρτιν Ντέκερ, πρώην μαθητή της Νταϊάν, επιρρεπή στην εξήγηση της φύσης του χρόνου και του χώρου ο οποίος παραθέτει υποσημειώσεις από το χειρόγραφο του Αϊνστάιν του 1912 για τη Θεωρία της Σχετικότητας.

«Παρακολουθούσαν και άκουγαν. Αλλά δεν υπήρχε τίποτα για να ακούσουν. Ο Μαξ πήρε το τηλεχειριστήριο από το πάτωμα μπροστά του και πάτησε επανειλημμένα το κουμπί για την ένταση, αλλά δεν υπήρχε ήχος.

Στη συνέχεια η οθόνη έσβησε. Ο Μαξ πάτησε με δύναμη το κουμπί. On, off, on. Αυτός και η Νταϊάν έλεγξαν τα τηλέφωνά τους. Νεκρά.  Εκείνη περπάτησε κατά μήκος του δωματίου προς το τηλέφωνο του σπιτιού, το σταθερό τηλέφωνο, ένα συναισθηματικό απομεινάρι. Κανένας ήχος. Το λάπτοπ νεκρό. Πήγε στον υπολογιστή που βρισκόταν στο άλλο δωμάτιο και άγγιξε διάφορα κουμπιά αλλά η οθόνη παρέμεινε γκρίζα.»

Πρέπει να αντιμετωπίσουν κατάπληκτοι αυτά τα δύο γεγονότα: αφενός την άφιξη από το ταξίδι των φίλων τους που έχουν αργήσει και αφετέρου, το διάχυτο σκοτάδι και τη μαύρη οθόνη από την οποία επρόκειτο να παρακολουθήσει όλη η παρέα το διάσημο τελικό του πρωταθλήματος.

«Ο Μάρτιν είπε: “Ζούμε σε μια προσωρινή πραγματικότητα; Το είπα ήδη αυτό; Ένα μέλλον που δεν είναι να πάρει μορφή ακόμη;”

“Κάποια μονάδα παραγωγής ενέργειας έπαθε ζημιά. Αυτό είν’ όλο”, είπε εκείνη.

“Εξετάστε την κατάσταση με αυτούς τους όρους. Μια εγκατάσταση κατά μήκος του ποταμού Χάντσον”.

“Τεχνητή νοημοσύνη που προδίδει ποιοι είμαστε και πως ζούμε και σκεφτόμαστε”.

“Τα φώτα ξανανάβουν, η θέρμανση ξαναλειτουργεί, ο συλλογικός μας νους όπως ήταν, πάνω κάτω, σε μια-δυό μέρες”.

“Το τεχνητό μέλλον. Η νευρωνική διεπαφή”.

Φαίνονται αποφασισμένοι να μην κοιτάξουν ο ένας τον άλλον».

Η Τέσα παραληρεί μπροστά στη σβηστή οθόνη, μιλώντας για φυσικές καταστροφές, πανδημίες, βιολογικούς πολέμους και άλλες απειλές που έχουν βασανίσει την ανθρωπότητα τα τελευταία χρόνια, ο Μαξ σκέφτεται τον Αϊνστάιν και τη θεωρία της σχετικότητας, ο Μάρτιν εξηγεί τη χρήση των δορυφόρων σε τροχιά και των ντρόουνς και όλοι μαζί αγωνίζονται να ξεπεράσουν το σοκ τόσο με απλές όσο και περισσότερο φιλοσοφικές προσεγγίσεις «Είναι ο καθρέφτης μια πραγματικά ανακλαστική επιφάνεια; Κι είναι αυτό το πρόσωπο που βλέπουν οι άλλοι; Ή μήπως είναι κάτι ή κάποιος που εγώ εφευρίσκω;»

Στη «Σιωπή» και σ’ ένα καθαρά δυστοπικό περιβάλλον που δημιουργεί, ο DeLillo ασχολείται με την τεχνολογία  και έμμεσα μας ζητά να σκεφτούμε πόσο μεγάλο μέρος της ζωής μας ζει αυτήν τη στιγμή στο και από το διαδίκτυο, και πόσο σημαντική θα ήταν η απώλεια της πρόσβασης σ’ αυτό.

Για τους αναγνώστες που είναι εξοικειωμένοι με τα βιβλία και τη θεματολογία του DeLillo, το κεντρικό και τα επί μέρους θέματα που αναπτύσσονται στη «Σιωπή» δεν θα δημιουργήσουν εκπλήξεις. Η απώλεια των αξιών, η εμμονή με την τεχνολογία και την εικόνα, η απειλή σε διάφορες μορφές όπως τεχνολογική, οικονομική, φυσική.

Η αίσθηση της σιωπής ξεκινά από την πρώτη σελίδα και γιγαντώνεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο. Οι χαρακτήρες στο διαμέρισμα δείχνουν να έχουν παγιδευτεί καθώς οι προσπάθειες που κάνουν να μιλήσουν μεταξύ τους τονίζουν μόνο την τρομερή απομόνωση στην οποία καθένας από αυτούς κατοικεί.

Το βιβλίο παρότι έχει έντονα θεατρικό ύφος, είναι κάτι ανάμεσα σε μυθιστόρημα και νουβέλα, με λίγο περισσότερες από 100 σελίδες, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για ένα συγγραφέα πολυσέλιδων βιβλίων. Πιθανόν αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι πρόσφατα ο σπουδαίος αυτός συγγραφέας συμπλήρωσε τα 84 χρόνια του και βρίσκεται πια στην ολοκλήρωση ενός μεγάλου συγγραφικού έργου, του οποίου αποτελώ θαυμάστρια εδώ και αρκετά χρόνια. Παρόλα αυτά καταπιάνεται μ’ ένα θέμα του μέλλοντος, την τεχνολογία και τον έλεγχο που ασκεί στη ζωή του ανθρώπου, δημιουργώντας την αίσθηση του ανεξέλεγκτου, παρότι αποτελεί δημιούργημά του σε αντίθεση με τις φυσικές καταστροφές ή τις πανδημίες.

Αν ο DeLillo χαρακτηρίστηκε «δύσκολος» συγγραφέας αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι προσπαθεί να κατανοήσει την πραγματικότητα και τη σύγχρονη ζωή μ’ έναν καθαρό και ρεαλιστικό τρόπο γραφής ασκώντας ταυτόχρονα κριτική στις αξίες που διακονεί η σύγχρονη Αμερική και ο δυτικός κόσμος γενικότερα.

«Σε άλλες στιγμές, λίγο πιο κανονικές, υπάρχουν πάντα άνθρωποι που κοιτάζουν τα τηλέφωνά τους το πρωί, το μεσημέρι, το βράδυ, στη μέση του πεζοδρομίου, αγνοώντας  όποιον τους περνά βιαστικός, απορροφημένοι, γοητευμένοι, κυριευμένοι από τη συσκευή, ή άνθρωποι που περπατούν προς αυτόν και στη συνέχεια τον παρακάμπτουν, αλλά δεν μπορούν να το κάνουν τώρα, όλα τα ψηφιακά πρεζάκια, τηλέφωνα κλειστά, τα πάντα εκτός λειτουργίας εκτός εκτός».

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg, σειρά Aldina σε εξαιρετική μετάφραση της Ζωής Μπέλλα-Αρμάου.

Εκδόσεις : GUTENBERG

Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.