Το βιβλίο που κέρδισε το βραβείο Pulitzer και το βραβείο Carnegie το 2015 είναι το βιβλίο ‘Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε’ του Αντονι Ντορ που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ σε μετάφραση Νίνας Μπούρη. Είναι μια συναρπαστική και βαθιά συγκινητική ιστορία στην οποία, με σκηνικό την Ευρώπη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας 17χρονος Γερμανός στρατιώτης και ένα 16χρονο τυφλό κορίτσι από τη Γαλλία, αποτυπώνουν όλη την κόλαση του πολέμου αλλά και την ομορφιά της ανθρώπινης ψυχής.

Η Μαρί Λορ ζει στο Παρίσι με τον πατέρα της ο οποίος εργάζεται σαν κλειθροποιός στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Η Μαρί Λορ έχει χάσει την όρασή της στην ηλικία των έξι ετών και μαθαίνει να κινείται στη γειτονιά από μια μακέτα της περιοχής που έχει κατασκευάσει γι’ αυτή ο πατέρας της. Το κάθε σπίτι, το κάθε δέντρο, το κάθε φρεάτιο είναι αποτυπωμένα σ’ αυτή τη μακέτα και η Μαρί Λορ, παρά την
αναπηρία της εξερευνά ό,τι υπάρχει γύρω της. Όταν οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το Παρίσι, ο πατέρας και η κόρη καταφεύγουν στο Σαιν Μαλό στις ακτές της Βρετάνης, στο σπίτι του μεγάλου θείου τους Ετιέν που δεν βγαίνει ποτέ από το σπίτι του.
Σε μια άλλη πόλη, στη Γερμανία αυτή τη φορά, ένα ορφανό αγόρι, ο Βέρνερ Πφέννιχ, μεγαλώνει με τη μικρότερη αδελφή του, Γιούττα, απορροφημένος στην επισκευή ενός παλιού ραδιοφώνου που βρίσκει πεταμένο. Αυτή είναι και η απαρχή μιας άλλης σελίδας στη ζωή του αφού επιλέγεται ως ταλαντούχος να φοιτήσει σε μια από τις καλύτερες στρατιωτικές ακαδημίες αποφεύγοντας έτσι τη μοίρα του ανθρακωρύχου.
Ένα από τα βασικά θέματα του βιβλίου είναι το πόση δύναμη έχουν οι άνθρωποι για να επιλέξουν τη δική τους μοίρα, και σε ποιο βαθμό οι ζωές τους είναι προκαθορισμένες από τον κόσμο γύρω τους.
Από τη μία πλευρά, ο πόλεμος κάνει ορισμένα είδη προσωπικών επιλογών αδύνατα :
«Το πρόβλημά σου, Βέρνερ είναι ότι πιστεύεις ακόμη πως η ζωή σου σου ανήκει» σελ.279
Από την άλλη όμως, ο συγγραφέας δίνει έμφαση στη δύναμη των ατόμων να επιλέξουν το δικό τους δρόμο, παρά την κατάσταση γύρω τους. Σε μια από τις πιο σημαντικές σκηνές του βιβλίου, ο Βέρνερ λέει στη Μαρι Λορ ότι είναι γενναία κι εκείνη του απαντάει:
«Όταν έχασα το φως μου, Βέρνερ, οι άλλοι είπαν ότι ήμουν γενναία. Όταν έφυγε ο πατέρας μου, οι άλλοι είπαν ότι ήμουν γενναία. Αλλά δεν ήταν γενναιότητα. Δεν έχω άλλη επιλογή. Ξυπνάω και ζω τη ζωή μου. Κι εσύ το ίδιο δεν κάνεις;»
«Όχι, πολλά χρόνια τώρα» της αποκρίνεται. «Αλλά σήμερα, σήμερα ίσως». Σελ. 562
Οι χαρακτήρες του βιβλίου εξελίσσονται, αλλαγμένοι από τη βία γύρω τους και ενώ προσπαθούν να μείνουν πιστοί στις αρχές τους, μένουν για πάντα σημαδεμένοι.
Εκτός του ότι αντικατοπτρίζει τη φρίκη του πολέμου μέσα από προσωπικές ιστορίες, το μυθιστόρημα μας δίνει εικόνες φρίκης μεγαλύτερης κλίμακας του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου. Πολίτες που σκοτώνονται κατά λάθος, γυναίκες που βιάζονται και φυλακισμένοι που κακοποιούνται και δολοφονούνται. Παρά το γεγονός ότι το Ολοκαύτωμα ποτέ δεν αναφέρεται άμεσα, υπάρχει γι’ αυτό ένας σαφής υπαινιγμός που δημιουργεί ένα αναπόφευκτο σκηνικό στην ιστορία.
Διάβασα μέσα σε τρεις μέρες αυτό το καθηλωτικό βιβλίο των 636 σελίδων, χάρηκα ιδιαίτερα τα μικρά κεφάλαια με τις εναλλασσόμενες αφηγήσεις αλλά αυτό που θα κρατήσω πάνω απ’ όλα είναι το αισιόδοξο μήνυμα ότι κάποιες φορές, κάτω από σκοτεινές συνθήκες, όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε, μπορεί να αντισταθμιστεί από μια τεράστια καρδιά και την αίσθηση της δικαιοσύνης.
Εκδόσεις : ΠΑΤΑΚΗΣ
Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας