Τα βιβλία που οι ιστορίες τους διαδραματίζονται σε χώρους και χρόνους φανταστικούς είναι, γενικά, δύσκολο να κρατήσουν το ενδιαφέρον μου. Όμως, δεν συνέβη το ίδιο και με το βιβλίο «Σταθμός Έντεκα» της Καναδής Έμιλυ Μαντέλ, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ σε μετάφραση Βάσιας Τζανακάρη.
Ένα βιβλίο ήσυχο, οργανωμένο σε μικρά κεφάλαια, γεμάτο συμβολισμούς, μοναχικό και υποβλητικό, στο οποίο απλοί άνθρωποι, μετά από μια απίστευτη πανδημία, πρέπει να ανακαλύψουν από την αρχή τον όρο ‘ανθρωπιά’.
Η ιστορία είναι ότι μετά από την γρήγορη εξάπλωση της Γρίπης της Γεωργίας στη γη, αποδεκατίζεται το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Ο κόσμος – όπως τον ξέρουμε – έχει τελειώσει οριστικά και δεν υπάρχουν τηλέφωνα, τηλεοράσεις, αυτοκίνητα, τρένα, αεροπλάνα, internet!!! Όλες οι επικοινωνίες μεταξύ των ανθρώπων έχουν σταματήσει.
«Ο κόσμος είχε αδειάσει από την τελευταία φορά που τον είχε δει. Δεν υπήρχε κίνηση στο εμπορικό πάρκο ή στον δρόμο ή στον αυτοκινητόδρομο στο βάθος. Μια μυρωδιά καπνού πλανιόταν στον αέρα, αμυδρά χημική, που μαρτυρούσε γραφεία που καίγονταν και πυρκαγιές σε σπίτια. Αλλά το πιο εντυπωσιακό ήταν η απόλυτη απουσία ηλεκτρικού φωτός. Κάποτε, όταν ήταν γύρω στα είκοσι, περπατούσε την οδό Γιονγκ γύρω στις έντεκα μ.μ., όταν ξαφνικά όλα τα φώτα του δρόμου έσβησαν. Για μια στιγμή η πόλη γύρω του εξαφανίστηκε, κι ύστερα τα φώτα ξανάναψαν τόσο γρήγορα που ήταν σαν παραίσθηση, όλοι στον δρόμο ρωτούσαν τους φίλους τους αν το είχαν δει κι εκείνοι – «Ιδέα μου ήταν;» – και τότε τον είχε πιάσει σύγκρυο στη σκέψη μιας σκοτεινής πόλης. Ήταν όντως τόσο τρομακτικό όσο φανταζόταν. Το μόνο που ήθελε ήταν να αποδράσει.» σελ.253-254
Είκοσι χρόνια αργότερα, μια ομάδα επιζώντων, έχει συνθέσει ένα περιπλανώμενο θίασο ο οποίος ταξιδεύει από τη μία κοινότητα στην άλλη ανεβάζοντας έργα του Σαίξπηρ και παίζοντας κλασική μουσική με έμβλημά τους το : ‘επειδή η επιβίωση δεν είναι αρκετή’. Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από μια σειρά κόμικ με τον ίδιο τίτλο που διασώζεται στα χέρια μιας εκ των ηρώων.
Με μια διαρκή κίνηση στο χρόνο η Έμιλυ Μαντέλ ακολουθεί αυτή την ομάδα, ανατρέχοντας και στις ζωές τους πριν από την πανδημία, αναρωτώμενη γιατί ταξιδεύουμε όταν είναι ασφαλέστερο και ευκολότερο, να μείνουμε ριζωμένοι, γιατί κάνουμε τέχνη όταν πιστεύουμε ότι κανείς δεν θα την δει ποτέ, γιατί μερικές ιστορίες δεν κουραζόμαστε ποτέ να τις ακούμε, τι είναι καλό για τον κόσμο, τι αξίζει να διαφυλαχθεί;
Από το φόβο μιας πανδημίας γρίπης, στην επαναγέννηση και την ανοικοδόμηση μέσω του Σαίξπηρ, της μουσικής, των εφημερίδων, των μουσείων και της σφυρηλάτηση των κοινοτήτων, ο Σταθμός Έντεκα είναι τόσο μια μνήμη ενός κόσμου που χάνεται όσο και το χρονικό μιας κοινωνίας που αναγεννάται. Είναι μια εξερεύνηση των ανθρώπων που επιβιώνουν και επαναδημιουργούν τη ζωή τους, διατηρώντας τις ανθρώπινες ιδιότητές τους μέσα από τον πολιτισμό και την τέχνη.
«Κοιμήθηκαν κάτω από ένα δέντρο κοντά στη διάβαση, δίπλα δίπλα πάνω στο νάιλον του Όγκαστ. Η Κίρστεν έκανε ανήσυχο ύπνο, συνειδητοποιώντας κάθε φορά που ξυπνούσε την ερημιά του τοπίου, την απουσία γύρω της ανθρώπων και ζώων και αμαξών. Κόλαση είναι η απουσία των ανθρώπων που λαχταράς.» σελ. 194
Με μια απλή αφήγηση που αποφεύγει να εστιάσει σε μίζερες λεπτομέρειες, η Μαντέλ αφηγείται μια ιστορία για τις σχέσεις που μας στηρίζουν, την εφήμερη φύση της φήμης και την ομορφιά του κόσμου, όπως τον ξέρουμε.
Ένα βιβλίο απολαυστικό στην ανάγνωσή του που προβληματίζει και τελικά αφήνει τον αναγνώστη να ελπίζει ότι παρόλο το χάος και τον τρόμο ο άνθρωπος θα καταφέρει να επιβιώσει, ανατρέχοντας σ’ αυτά που πραγματικά αξίζουν, βρίσκοντας καταφύγιο στις πραγματικές αξίες.
Εκδόσεις : ΙΚΑΡΟΣ
3 Σχόλια Προσθέστε το δικό σας