ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΖΩΗ
Είναι σίγουρο ότι όταν κάποιος αναφέρεται στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ θα φέρει στο μυαλό του την κομψή όψη της με το άψογο χτένισμα και τo ήρεμο βλέμμα, και σχεδόν πάντα δίπλα της τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, τον υπαρξιστή φιλόσοφο που υπήρξε ο δια βίου φίλος και σύντροφός της, «ο ασύγκριτος φίλος της σκέψης της». Και είναι αλήθεια ότι είναι σχεδόν αδύνατον να φανταστεί κανείς τον ένα χωρίς τον άλλο. Στην συλλογική συνείδηση η Σιμόν ντε Μπωβουάρ έχει περάσει σαν μαθήτρια ή εκπρόσωπος της φιλοσοφίας του Σαρτρ, η ελαφρώς κατώτερη φιγούρα στη σχέση τους και όχι σαν αυθύπαρκτη φιλόσοφος.
Η καθηγήτρια φιλοσοφίας στο Regent’s Park College της Οξφόρδης, Κέιτ Κερκπάτρικ (Kate Kirkpatrick), με το βιβλίο της ‘Πώς η Σιμόν έγινε η Μποβουάρ’ αμφισβητεί αυτή την εικόνα της Μποβουάρ και μελετώντας τα πρόσφατα δημοσιευμένα ημερολόγια της και το μεγαλύτερο μέρος της προσωπική της αλληλογραφίας, διερευνά «τον πλουραλιστικό κώδικα ηθικής» της όπως όχι μόνο τον εξέφρασε η Μποβουάρ στο έργο της αλλά όπως τον εφάρμοσε και στη ζωή της. Με σεβασμό και προσοχή ανιχνεύει τα στάδια της ζωής και την εξέλιξη της γυναίκας πίσω από την φιλόσοφο, η οποία στοχοποιήθηκε και συχνά κρίθηκε απαξιωτικά.
Η ίδια η Μποβουάρ συνέβαλε σε αυτήν την εικόνα απορρίπτοντας τον χαρακτηρισμό του φιλοσόφου για τον εαυτό της, ενώ επέμενε να τον αποδίδει στον Σαρτρ. Και όμως ήταν εκείνη το νεότερο άτομο που πέρασε ποτέ τις εξετάσεις – και μάλιστα με την πρώτη προσπάθεια – για το agrégation (εξετάσεις για την άδεια διδασκαλίας στο Γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα), σε αντίθεση με τον Σαρτρ που πέρασε με τη δεύτερη προσπάθεια. Το ότι κατετάγη δεύτερη μετά τον Σαρτρ είναι γνωστό, αυτό όμως που είναι λιγότερο γνωστό είναι ότι η επιτροπή που έκρινε τις εξετάσεις αποφάσισε να δώσει την πρώτη θέση στον Σαρτρ αφενός λόγω της σπουδαιότερης εκπαίδευσής του και αφετέρου λόγω του φύλου του.
‘Δεν είμαι φιλόσοφος με την έννοια ότι δεν έχω δημιουργήσει κάποιο σύστημα. Παραμένω όμως φιλόσοφος με την έννοια ότι έχω μελετήσει πολύ τη φιλοσοφία, έχω πτυχίο στη φιλοσοφία, έχω διδάξει φιλοσοφία, έχω διαποτιστεί από τη φιλοσοφία και όταν εντάσσω τη φιλοσοφία στα βιβλία μου, το κάνω γιατί έτσι βρίσκω έναν τρόπο θεώρησης του κόσμου και δεν μπορώ να επιτρέψω σε κανέναν να μου στερήσει αυτό τον τρόπο που βρίσκω να βλέπω τον κόσμο μας.’
Η καθολική ανατροφή της και το γενικότερο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής της με τις «ad feminam» αντιστάσεις, φαίνεται να είναι κάποιες από τις αιτίες που οδήγησαν την Γαλλίδα φιλόσοφο να διαμορφώσει μια στάση που αλλοίωσε τελικά την πραγματική της εικόνα. Ξεκινώντας με την εντυπωσιακή περιγραφή μιας δύσκολης παιδικής ηλικίας, γεμάτης αυστηρότητα και θρησκευτικούς περιορισμούς, η Κερκπάτρικ δείχνει πώς η νεαρή Σιμόν προχώρησε στη ζωή με την ακατανίκητη ορμή της για ελευθερία και οδηγήθηκε σε επιλογές που διαμόρφωσαν όχι μόνο τη δημόσια εικόνα της αλλά και τον τρόπο που η ίδια έβλεπε τον εαυτό της. Φωτίζοντας τη φιλοσοφική, λογοτεχνική, ηθική και πολιτική χροιά του έργου της καταδεικνύει την πνευματική ανεξαρτησία και την πρωτοτυπία της σκέψης της – σε αντίθεση με τις μέχρι τώρα βιογραφίες της που – γραμμένες κάτω από το πρίσμα των επιλογών της ιδιωτικής της ζωής – την παρουσίαζαν ως απόηχο του Σαρτρ. Ακόμη και όταν πέθανε, τα περισσότερα άρθρα που γράφτηκαν για εκείνη την έβαζαν δεύτερη στη δική της ιστορία, με τα επιτεύγματά της να επισκιάζονται από την σχέση της με τον Σαρτρ. Η Κερκπάτρικ ακολουθεί μια διαφορετική διαδρομή επιλέγοντας ότι «για να αξιολογήσει κανείς τη ζωή της Μποβουάρ, θα πρέπει να απομακρύνει δια της βίας από το κέντρο της τον Σαρτρ». Ως εκ τούτου, ο πνευματικός ομόλογος της Μποβουάρ και άνευ όρων υποστηρικτής της, που έπαιξε σίγουρα κεντρικό ρόλο στη ζωή της, ξεθωριάζει μέσα και έξω από την αφήγηση ανάμεσα στις άλλες σχέσεις και επιρροές της ζωής της. Και η Μποβουάρ ξεκολλάει από το πλευρό του για να ενσωματωθεί σε ένα μεγαλύτερο δίκτυο περίπλοκων σχέσεων που αποτελείται μεταξύ άλλων από τους Κλόντ Λανζμάν, Σιλβί λε Μπον, Ζακ Λοράν Μποστ, και Νέλσον Άλγκρεν.
Η φιλοσοφική σκέψη της Μποβουάρ μεταφέρεται στον αναγνώστη μέσα από προσεκτικές επισημάνσεις των ιδεών της στα μυθιστορήματα, τα δοκίμια και την αυτοβιογραφία της, χωρίς να παραλείπεται ή να υποτιμάται η ισχυρή επιρροή του Σαρτρ σ’ αυτές. Η Κερκπάτρικ όμως εντοπίζει και εκείνα τα σημεία της φιλοσοφίας του Σαρτρ που είχαν την αφετηρία τους στη σκέψη και τις απόψεις της Μποβουάρ για το πώς η ελευθερία συνεπάγεται ευθύνη, για την υιοθέτηση των ρόλων που μας αφήνει σε μια κατάσταση παιδικής εξάρτησης, για τον ακρωτηριασμό της ελευθερίας από τον τρόπο που ο κόσμος προσπαθεί να μας διαμορφώσει. Ακόμη και η πρώιμη διάκρισή της μεταξύ του να είμαι «για τον εαυτό μου» και του να είμαι «για τους άλλους» είναι εντυπωσιακά κοντά στη σχετική διάκριση που έκανε ο Σαρτρ στο έργο του και του αποδόθηκε ατόφια. Η συγγραφέας καταρρίπτει προσεκτικά την ιδέα ότι η Μποβουάρ ήταν απλώς η μαθήτρια του μεγάλου υπαρξιστή, τονίζοντας και τις βαθιές διαφωνίες της με κεντρικές πτυχές της φιλοσοφίας του.

‘Παρότι όμως η Μποβουάρ άφησε τα ελαττώματα του Σαρτρ έξω από τα απομνημονεύματά της, εντούτοις τα κατέγραψε στα ημερολόγιά της. […] Και παρότι στα απομνημονεύματά της παρουσιαζόταν «ερωτευμένη» με τον Σαρτρ, δεν είναι ξεκάθαρο αν στην πραγματική της ζωή αισθανόταν το ίδιο. Μπορεί να σκιαγραφούσε τον εαυτό της ως συμπληρωματικό όχι λόγω πραγματικής μονογαμίας ή αφηγηματικής ανάγκης, αλλά λόγω φεμινιστικής αφοσίωσης – γιατί θεωρούσε ότι, αν αφηγούνταν την ιστορία με έναν συγκεκριμένο τρόπο, θα της έδινε περισσότερη δύναμη.‘
Η Μποβουάρ βρήκε στη λογοτεχνία έναν τρόπο να αποκαλύψει τον ενδεχόμενο κόσμο, μαζί με τα πολλαπλά, συνυφασμένα νοήματά του, με τρόπους που οι παραδοσιακές φιλοσοφικές μορφές δεν μπορούσαν. Παρόλο που τα έργα της διαμορφώθηκαν από αυστηρή διεπιστημονική έρευνα, που της επέτρεψε να σκεφτεί με συγκεκριμένο, παρά με αφηρημένο τρόπο την παραδοσιακή φιλοσοφία εντούτοις η επιλογή της να δημιουργήσει μια «φιλοσοφία που θα μπορούσε να βιωθεί» παρουσιάζοντας μέσα από λογοτεχνικά κείμενα τις ιδέες της ώστε να γίνουν προσβάσιμες σε ένα ευρύτερο κοινό, δεν αντιμετωπίστηκε ευνοϊκά από το τύπο. Παρόλο που οι πωλήσεις των βιβλίων της ήταν εξαιρετικά επιτυχείς και βραβεύτηκε με σημαντικά βραβεία η κοινωνία συνέχισε να την αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό και να υποτιμά τις ιδέες της αποκαλώντας τη «Notre Dame de Sartre», η κυρία μας του Σαρτρ, ενώ δεν ήταν λίγοι και οι κριτικοί αλλά και αρκετοί από τους πνευματικούς της συνεργάτες που υποβίβασαν την αξία των έργων της, της αρνήθηκαν την αυθεντικότητα των ιδεών και τη θεωρούσαν απλώς παράγωγο του Σάρτρ.
Χαρακτηριστική είναι η υποδοχή του βιβλίου τη ‘Το Δεύτερο Φύλο’, ένα κάλεσμα αφύπνισης για τις γυναίκες σε όλο τον κόσμο που αποτέλεσε το φεμινιστικό μανιφέστο της, και έχει πια αναγνωριστεί ως ένα από τα εκατό σημαντικότερα έργα του εικοστού αιώνα, το οποίο, όταν κυκλοφόρησε, δεν θεωρήθηκε φιλοσοφικό έργο επειδή ασχολήθηκε με το καταπίεση των γυναικών. Ο Αλμπέρ Καμύ, για παράδειγμα, είπε ότι το βιβλίο έκανε τους Γάλλους να φαίνονται «γελοίοι», ο Φρανσουά Μοριάκ υποστήριξε ότι «άγγιζε κυριολεκτικά τα όρια της αθλιότητας» ενώ το Βατικανό το έβαλε στη λίστα των απαγορευμένων βιβλίων.

Το βιβλίο της Κερκπάτρικ ‘Πώς η Σιμόν έγινε η Μποβουάρ’ είναι μια άσκηση σχολαστικής έρευνας που αμφισβητεί τους απλοϊκούς χαρακτηρισμούς που έχουν αποδοθεί στην μεγάλη φιλόσοφο. Η Σιμόν ντε Μποβουάρ αποκαθίσταται τόσο στο σύνολο του έργου της, όσο και στην πλήρη πολυπλοκότητα του χαρακτήρα της και εμφανίζεται σε αυτές τις σελίδες ως μια γυναίκα που μαστίζεται από αμφιβολίες για τον εαυτό της, αλλά έχει αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να επιμένει στην πρωτοτυπία της και να στέκεται όρθια απέναντι σε συνεχείς και καυστικές επιθέσεις. Είναι μια γυναίκα που αγάπησε και έζησε όπως ήθελε· με πάθος.
Ένας εκτενής σχολιασμός καθώς και εξειδικευμένη βιβλιογραφία για τη μεγάλη φιλόσοφο και τις πηγές της συγγραφέως ολοκληρώνουν αυτήν την πολύ επιτυχημένη βιογραφία που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ σε μετάφραση Στέλλας Κάσδαγλη.
Reblogged στις worldtraveller70.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Ευχαριστώ πολύ! Ενδιαφέρον άρθρο. Σημείωσα το νέο τίτλο. μβ
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο