ΜΙΚΡΕΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΕΣ, MURATTI/ένας αποχαιρετισμός

στις

Το 1821, την  εποχή του κλυδωνισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο Κωνσταντινοπολίτης Βασίλειος Μουράτογλου βάζει τα θεμέλια για μια άλλου είδους αυτοκρατορία, την καπνοβιομηχανία Muratti που έφτασε να έχει παραρτήματα στο Βερολίνο, το Μάντσεστερ και τις Βρυξέλλες. Εξήντα χρόνια αργότερα οι γιοί του ιδρυτή οι οποίοι ‘μη αφήνοντας καμία αμφιβολία για την ελληνική συνείδηση της οικογένειας, φέρουν τα ονόματα Σοφοκλής και Δημοσθένης’, μεταφέρουν οριστικά την εταιρία στο εξωτερικό. Τα γνωστά τσιγάρα Muratti έχουν πια καθιερωθεί ως καπνικό προϊόν άριστης ποιότητας και η φίρμα με το γνωστό λογότυπο συνεχίζει να κυκλοφορεί στην αγορά μέχρι το 1977 όταν αγοράστηκε από τη Phillip Morris.

Δύο αιώνες μετά την ίδρυση της εταιρείας Muratti ο συγγραφέας Χρήστος Αστερίου μαθαίνει  τυχαία για την ελληνική καταγωγή της μεγάλης καπνοβιομηχανίας και αποφασίζει να ερευνήσει την ιστορία της. Στη νουβέλα με τίτλο ‘Μικρές αυτοκρατορίες, Muratti / Ένας αποχαιρετισμός’ που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, αναπλάθει την πορεία της μέσα στο χρόνο και προβληματίζεται για τη λήθη στην οποία έχει περιέλθει όλο αυτό το ένδοξο παρελθόν της. Μια λήθη που όπως επισημαίνει δεν αφορά μόνο στα  ανθρώπινα δημιουργήματα αλλά και στους δημιουργούς τους.

Η έρευνα που έκανε ο συγγραφέας τόσο για τον ιδρυτή της εταιρείας όσο και για τους απογόνους του δεν απέδωσε ιδιαίτερες πληροφορίες αφού τα ντοκουμέντα που συγκέντρωσε ήταν απίστευτα ισχνά. Ιδιαίτερα για τον Βασίλειο Μουράτογλου δεν εντοπίστηκαν σχεδόν καθόλου στοιχεία. Αλλά και όσες πληροφορίες συγκέντρωσε για τους γιούς του ήταν περιορισμένες. Ό,τι βρήκε το ανασυνέθεσε στο παρόν αφήγημα δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό ακριβώς το πέπλο της λήθης που έχει καλύψει αυτή τη μικρή αυτοκρατορία.

Το βιβλίο έχει έναν βασικό ήρωα/αφηγητή· έναν άνδρα 70 ετών, χήρο, που μένει μόνιμα στο Βερολίνο, αποτραβηγμένος από κοινωνικότητες,  λόγω κάποιας ασθένειας. Σε μια γιορτή που έχει διοργανώσει ο γιός του, και ο αφηγητής δεν κατάφερε να αποφύγει, ακούει για την ελληνική ρίζα της εταιρείας Muratti. Και είναι αυτή η πληροφορία που τον κινητοποιεί σε μια έρευνα για το παρελθόν και την πορεία της καπνοβιομηχανίας και των ιδιοκτητών της μέσα στο χρόνο, από τις μέρες της δόξας στο πέρασμα στη λησμονιά· εκεί που, όπως καταλαβαίνει, θα οδηγηθεί αναπόδραστα και ο ίδιος.

“Δεν είναι μόνο το αίσθημα της λύπης που μας κατακλύζει όποτε εντοπίζουμε ένα ρημαγμένο, εγκαταλειμμένο σπίτι, ακόμα κι αν δεν ξέρουμε καλά καλά  ποιοι και πότε κατοίκησαν σ’ αυτό. Δεν νιώθουμε μόνο θλίψη μαθαίνοντας γι’ ανθρώπους που χάθηκαν, ανιόντες συγγενείς, την ακριβή ιστορία των οποίων αγνοούμε, ή αγνώστους με βίους ανεξερεύνητους και ίχνη βυθισμένα στην ιλύ του παρελθόντος. Είναι κι ένας βουβός τρόμος που μας καταλαμβάνει στη θέα των ερειπίων που στέκουν στον δρόμο μας σαν τοπόσημα θανάτου. Δεν απεικονίζουν μόνο το παρελθόν, όπως θέλουμε να νομίζουμε, κοιτώντας τα κάποτε με κάποια αλαζονεία, αλλά προοικονομούν αυτό που μας επιφυλάσσει η μοίρα· συμβολίζουν το αναπόφευκτο, την απόλυτη βεβαιότητα της λήθης. Ίσως γι’ αυτό και να συμβαίνει το ανεξήγητο, να πενθούμε, δηλαδή, ανθρώπους άγνωστους ή κουφάρια κτιρίων, απλώς και μόνο επειδή δεν κατάφεραν ν’ αντισταθούν στη διαβρωτική δύναμη του χρόνου.

Στην πραγματικότητα, είμαστε όλοι μικρές αυτοκρατορίες, προορισμένες να χαθούν. Το παράδοξο μοιρολόι που σιγοψιθυρίζουμε μιλάει, ουσιαστικά, για εμάς τους ίδιους.’

Ο Αστερίου με ελάχιστα τεκμήρια στα χέρια του αναπλάθει την ιστορία της οικογένειας Μουράτογλου και της καπνοβιομηχανίας Muratti ρίχνοντας μια προσεκτική ματιά τόσο στο ιστορικό όσο και το κοινωνικό πλαίσιο της εποχής.   Συνυφαίνοντας αρκετές αφηγηματικές τεχνικές δίνει λογοτεχνική υπόσταση σε δημοσιεύματα και φωτογραφίες της εποχής ενώ αρκετές είναι και οι αναφορές του σε ιστορικές στιγμές όπως είναι η άνοδος και η παρακμή της Γερμανικής αυτοκρατορίας, η εμφάνιση του κινηματογράφου και του ποδηλάτου αλλά και ο συνδικαλισμός.

Το τσιγάρο που στις αρχές του 20ου αιώνα θεωρείτο σχεδόν ευεργετικό για τον οργανισμό, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι ο καπνός είναι άριστης ποιότητας, στις μέρες μας θεωρείται δηλητήριο και ο συγγραφέας δεν αποφεύγει και έναν διακριτικό υπαινιγμό για τη α ορθοπολιτική αντιμετώπιση τόσο του τσιγάρου όσο και των καπνιστών παγκοσμίως. ‘Το δημόσιο κάπνισμα θεωρείται πλέον ντροπή, ενοχή, αποτυχία:  κάθε εισπνοή σημαίνει αδυναμία απαλλαγής από μια ανάρμοστη έξη.’

Ο αφηγητής του περιφέρεται στο Βερολίνο και βρίσκει το κτίριο, σ ’ένα διαμέρισμα του οποίου έμενε ο Σοφοκλής Μουράτογλου. Σ’ αυτόν απευθύνει τις σκέψεις του μέσω μιας επιστολής  στην οποία καταλήγει ‘Εικάζω πως οι κάτοικοι της γύρω περιοχής δεν θα γνωρίζουν για τιςδιαδρομές ζωής μιας ξεχασμένης προαγωγού κι ενός βιομηχάνου που κάποτε προμήθευε με καπνό τα καλύτερα μαγαζιά της πόλης.’ Τα ίχνη του έτερου αδελφού, του Δημοσθένη, τα αναζητά στο Μάντσεστερ αποτολμώντας ένα ταξίδι εκεί παρά το εύθραυστο της υγείας του. Στο Manchester Wheelers’ Club βρίσκει την οικογένεια Μουράτογλου πίσω από το έπαθλο του ποδηλατικού αγώνα The Muratti Race· ενός βραβείου που ‘ Η αθλοθέτησή του συνιστά θρίαμβο του μάρκετινγκ.’, Το ταξίδι της αναζήτησης ολοκληρώνεταιστανησιά της Μάγχης όπου κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει  τις απαρχές, τον ρόλο και την ελληνική καταγωγή του αθλοθέτη του ομώνυμου ποδοσφαιρικού κυπέλου. Εκεί, και υπό το βάρος της επιδείνωσης της υγείας του, ολοκληρώνει την αναζήτησή του ο αφηγητής, ο οποίος επιστρέφοντας στην παλιά του αγάπη  για το κάπνισμα, αποχαιρετά  την αυτοκρατορία Muratti με ένα τελευταίο τσιγάρο.

Ο Χρήστος Αστερίου στο βιβλίο ‘Μικρές αυτοκρατορίες, Muratti / Ένας αποχαιρετισμός’, ερευνά, φαντάζεται και αναπλάθει με τρόπο λιτό, στοχαστικό χωρίς συναισθηματισμό και  νοσταλγία, μια συναρπαστική ιστορία για όσα σκεπάζει ο πανδαμάτωρ χρόνος και για το εφήμερο των ανθρώπινων δημιουργημάτων. Ένα υβριδικό αφήγημα στο οποίο η έρευνα και η ιστορία συναντιούνται με τη λογοτεχνία με τρόπο μοναδικό.

Ο Χρήστος Αστερίου είναι ένας από τους  πλέον σημαντικούς συγγραφείς της γενιάς του. Έχει σπουδάσει Γερμανική Φιλολογία στην Αθήνα, στο Βίρτσμπουργκ και στην Ζυρίχη. Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του Ίσλα Μπόα (2012), Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη (2013) και Η θεραπεία των αναμνήσεων (2019).

Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.