Το 2007 το βραβείο Booker απονεμήθηκε στην Ιρλανδή συγγραφέα Άνν Ενράιτ (Anne Enright) για το βιβλίο της ‘Η Συγκέντρωση’.
Το έργο της Ενράιτ χαρακτηρίζεται από την διερεύνηση φαινομενικά ασήμαντων στιγμών που επιδρούν στις ζωές των ηρώων της αλλά και από την ευαίσθητη, λυρική, πανέμορφη γραφή της. Όπως το συνηθίζει, η Ενράιτ παίρνει και σ’ αυτό το βιβλίο της μια ιστορία, αποσυναρμολογεί την πλοκή της και συνδέει τα κομμάτια της από την αρχή, με βοηθούς της τη φαντασία και την ποίηση. Το αποτέλεσμα είναι ένας ενδιαφέρον διαλογισμός για την απώλεια και την κάθαρση, γραμμένος με ένα λυρικό ύφος που καθιστά το βιβλίο αξιομνημόνευτο.
Αφηγητής του μυθιστορήματος ‘Η Συγκέντρωση’ είναι η Βερόνικα, μια γυναίκα 40 ετών, παντρεμένη, με δύο κόρες, η οποία έχει επιφορτιστεί το δυσάρεστο καθήκον να ενημερώσει τη μητέρα της για τον αιφνίδιο θάνατο ενός από τα παιδιά της, του Λίαμ.
Ο Λίαμ βρέθηκε νεκρός και όλα δείχνουν ότι αυτοκτόνησε. Σοκαρισμένη από την είδηση της αυτοκτονίας του αδελφού της, η Βερόνικα, προσπαθεί να κατανοήσει τους λόγους που τον οδήγησαν σ’ αυτή.
‘Έχει κάτι το θαυμάσιο ο θάνατος, το πώς καταπαύουν οι πάντες και τα πάντα, και ότι όλη η σημασία που απέδιδες στον εαυτό σου, όλη η ζωτικότητα, αποβαίνει ολότελα ασήμαντη. Μπορεί ο άντρας σου να ταΐσει τα παιδιά, μπορεί να ανάψει τον καινούργιο φούρνο, μπορεί να βρει τα λουκάνικα στο ψυγείο εντέλει. Και το πολύ σημαντικό του επαγγελματικό ραντεβού δεν ήταν και τόσο σημαντικό τελικά, κάθε άλλο. Και θα περάσει να πάρει τα κορίτσια από το σχολείο το απόγευμα και θα τα πετάξει πάλι το πρωί. Η μεγάλη σου κόρη θα θυμηθεί να πάρει το σπρέι για τις εισπνοές της και η μικρή σου τα ρούχα της γυμναστικής, και είναι ακριβώς όπως το υποπτευόσουν – όλα τα διάφορα που κάνεις είναι στην ουσία βλακείες, βλακείες ξεγυρισμένες, η δουλειά σου πιο πολύ είναι γκρίνια και κλάψα και να υπηρετείς ανθρώπους τόσο τεμπέληδες που βαριούνται ως και να σε αγαπήσουν, ως κι αυτό ακόμα, πολλώ δε μάλλον να βρουν μόνοι τους τα παπούτσια τους κάτω από το κρεβάτι· άνθρωποι που θα στρέψουν σ’ εσένα το δάχτυλο και θα σε κατηγορήσουν – καμιά φορά θα σου βάλουν και τις φωνές – όταν βρούνε μόνο το ένα τους παπούτσι.’
Σύντομα, ο αναγνώστης γίνεται μάρτυρας της διαδικασίας πένθους που αναγκάζει τη Βερόνικα να επιστρέψει στο αβέβαιο παρελθόν της παιδικής της ηλικίας προκειμένου να κατανοήσει τις ιδιαιτερότητες της ζωής του νεκρού αδελφού της και κατ’ επέκταση τη ζωή όλης της της οικογένειας. Μιας οικογένειας της καθολικής Ιρλανδίας με -ούτε λίγα ούτε πολλά – 12 παιδιά και μια μητέρα που είναι τόσο ‘αόριστη’ που δεν μπορεί καλά καλά να θυμηθεί ούτε το όνομα της κόρης της.
Η Ενράιτ αποδίδει με επιτυχία τον τρόπο σκέψης ενός ανθρώπου που βιώνει ένα μεγάλο πένθος. Η Βερόνικα είναι συγκλονισμένη από την αυτοκτονία του αδελφού της και οι σκέψεις της παραπαίουν ανάμεσα στην αλήθεια και τη φαντασία. Θυμάται τον Λίαμ να την επισκέπτεται μετά τη γέννηση του πρώτου της παιδιού. Θυμάται τον πατέρα της και τα αδέλφια της, αλλά και άλλα πιο σκοτεινά σημεία της ζωής της και προσπαθεί να διερευνήσει την αλήθεια και την ορθότητα της κάθε ανάμνησης.
‘Θα ήθελα να καταγράψω τα όσα συνέβησαν στο σπίτι της γιαγιάς μου το καλοκαίρι που ήμουν οχτώ εννιά χρόνων, μα δεν είμαι απολύτως σίγουρη πως όντως συνέβη κάτι. Το νιώθω να βρυχάται εντός μου – αυτό που ίσως εντέλει να μη συνέβη καν.’
Ξαναφέρνει στο μυαλό της ένα καλοκαίρι, όταν ήταν 8 ή 9 ετών, κι έμεινε μαζί με τον αδελφό της στο σπίτι της γιαγιάς τους, της Έιντα. Τότε που ‘κάτι’ συνέβη και στιγμάτισε τη ζωή τόσο τη δική της όσο και του αδελφού της. Η ίδια δεν είναι σίγουρη για το τι ακριβώς συνέβη και προσπαθεί να βάλει σε τάξη το ψυχολογικό χάος στο οποίο βρίσκεται για να δει την αλήθεια.
Ξαναγυρίζει στη γνωριμία των παπούδων της, πώς συναντήθηκαν και πώς ερωτεύτηκαν και εφευρίσκει ένα ερωτικό τρίγωνο πριν από δύο γενιές, μέχρι να αφήσει στην άκρη το άλμπουμ της παιδικής της ηλικίας και να μας επιστρέψει πίσω στο σήμερα.
Οι αναμνήσεις της είναι πειστικές και δεμένες με βαθιά ριζωμένες πικρίες αλλά η Βερόνικα έχει πλήρη επίγνωση ότι δεν είναι αντικειμενικές. Γράφει : ‘Πρέπει να καταθέσω μαρτυρία για ένα γεγονός αβέβαιο’ και αλλού: ‘Δεν ξέρω την αλήθεια, ή ίσως δεν ξέρω πώς να την ομολογήσω.’ Μεγάλο μέρος τους βασίζεται σε εικασίες που έχει δημιουργήσει η παιδική φαντασία αλλά και η διαστρεβλωτική επίδραση του ξαφνικού θανάτου.
‘Η Συγκέντρωση’ σίγουρα δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο. Η ιστορία διαδραματίζεται στην καρδιά της καθολικής Ιρλανδίας, στο Δουβλίνο. Η Ενράϊτ καταφέρνει να παρουσιάσει με οξύνοια και χωρίς κατηγόριες την ιρλανδική οικογένεια των δεκαετιών ’60 και ‘70 όταν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αντιμετωπίζονταν περισσότερο με φόβο παρά με σεβασμό και τα παιδιά ήταν λιγότερο σημαντικά απ’ ότι είναι τώρα. Είναι εντυπωσιακή η απεικόνιση των μελών της οικογένειας κατά την αγρυπνία του νεκρού. Μια αγρυπνία που έχει απ’ όλα· υποκρισία και υστερίες και λίγο από παρηγορητική τελετουργία.
‘Αυτά σου κάνει η ντροπή. Αυτή είναι η ανατομία και ο κρυφός μηχανισμός της οικογένειας – ολόκληρης της γαμημένης της χώρας μας – που πνίγεται στη ντροπή.’
Η Ενράιτ, χαρτογραφεί και απεικονίζει μοναδικά την αναξιοπιστία της μνήμης και τον τρόπο που τα μέλη μιας οικογένειας αντιλαμβάνονται ο ένας τον άλλο, το πώς αυτή η αντίληψη είναι εντελώς διαφορετική κάτω από το βλέμμα του ευρύτερου κόσμου, αλλά και ότι κανείς δεν μπορεί – ακόμη και μετά το θάνατό του – να απελευθερωθεί από το ρόλο που του έχει δώσει η οικογένεια. Τονίζει δε ότι η αντικειμενική αλήθεια, ο τρόπος που έγιναν τα γεγονότα δεν αποδίδεται ποτέ από τους συμμετέχοντες σ’ αυτά, αφού πάντα φιλτράρεται από τη στρεβλή μνήμη το ξεκαθάρισμα της οποίας δεν έχει μόνο δυσκολία αλλά και πολύ πόνο.
Το βιβλίο ‘Η Συγκέντρωση’ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ σε μετάφραση Αύγουστου Κορτώ.
Εκδόσεις : ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Reblogged this on worldtraveller70.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Το μυθιστόρημα «Συγκέντρωση», μεταφέρει την σύγχυση που έχει μέσα στο μυαλό της η Βερόνικα, η κεντρική ηρωίδα, όσον αφορά τα παιδικά χρόνια. Μετά τον αιφνίδιο(??) θάνατο του αγαπημένου της αδερφού Λίαμ, κατανοεί ότι οφείλει στον εαυτό της αλλά και στην μνήμη του νεκρού αδερφού της να δώσει απαντήσεις και να ξεσκεπάσει επιτέλους σκοτεινές πτυχές των παιδικών και εφηβικών τους χρόνων, οι οποίες επηρέασαν καταστροφικά ως φαίνεται την ενήλικη ζωή τους.
Παιδιά «σκόρπιας» πολυμελούς οικογένειας, με μιά μητέρα όπου της καταλογίζεται ότι ήταν καθαρά αναπαραγωγικός ο ρόλος της, τα οποία έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής ηλικίας με την γιαγιά και τον παππού.
Η Βερόνικα παλεύει με τις μνήμες της, αν και δεν είναι και η ίδια σίγουρη ποιές από αυτές είναι αληθινές και ποιές αποκύημα της φαντασίας της, φαίνεται ότι τις περισσότερες και πιό δυσάρεστες τις έχει σβήσει και τώρα πρέπει να τις ανακαλέσει.
Πολύ σημαντικό για την Βερόνικα είναι οι ενοχές που νοιώθει υιατί δεν προσπάθησε αρκετά ώστε να αποτρέψει το κατρακύλημα του Λίαμ, παρότι για αυτόν ανέλαβε τον ρόλο της μητέρας πολλές φορές μεν, σιώπησε κάποιες άλλες δε!
Η Έιντα κλήθηκε να αντικαταστήσει την κηδεμόνα των παιδιών, όμως όπως μας λέει η ηρωίδα, πρόσφερε μεγαλύτερο ενδιαφέρον και φροντίδα στους ξένους, παρά στους δικούς της, καθώς και εκείνη είχε κάνει στο παρελθόν λάθη με τα δικά της παιδιά.
Τα γεγονότα ξεκαθαρίζουν για την Βερόνικα, το βράδυ που συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια, μετά από πολλά χρόνια.
Φαίνεται τελικά ότι για τις τρείς γυναίκες, Έιντα, μητέρα και Βερόνικα, η έννοια μητρότητα ήταν ελλιπής, γιατί οι ίδιες, ήταν πληγωμένες από τις μητέρες τους.
Απολύτως κατανοητό είναι δε, ότι λόγω της χαμένης παιδικής ανεμελιάς και αθωότητας της Βερόνικας και του Λίαμ, έχει επηρεαστεί αρνητικά και η σεξουαλική τους ζωή.
Νομίζω τελικά, ότι αυτά τα παιδιά στιγματίζονται από την έλλειψη αγάπης και φροντίδας της μητέρας.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!