Η Λουσία Μπερλίν άρχισε να γράφει σε μικρή ηλικία, η αξία της όμως αναγνωρίστηκε λίγα χρόνια μετά το θάνατό της. «Το καλύτερα φυλαγμένο μυστικό της Αμερικής» πέρασε την παιδική της ηλικία ακολουθώντας τον μηχανικό πατέρα της σε καταυλισμούς ορυχείων και τα εφηβικά της χρόνια στη Χιλή. Παντρεμένη τρεις φορές, μητέρα τεσσάρων γιών, έδωσε πολλαπλές μάχες για την υγεία της ενάντια στη σκολίωση, τον αλκοολισμό και τον καρκίνο. Η Μπερλίν αντλεί τα θέματά της από την 68χρονη ζωή της που είχε απ’ όλα· θλίψη, χαρά, απόρριψη, επιβράβευση, φίλους, αρρώστιες και πόνο ψυχικό και σωματικό. Πολλές από τις εμπειρίες της, κυρίως αυτές που προέρχονται από τις διάφορες δουλειές που έκανε κατά καιρούς, αντανακλώνται στα διηγήματα του βιβλίου ‘Οδηγίες για οικιακές βοηθούς’. Η Μπερλίν εργάστηκε σαν καθηγήτρια γυμνασίου, τηλεφωνήτρια, διοικητική υπάλληλος σε νοσοκομείο, καθαρίστρια, γραμματέας σε κάποιο γιατρό και τέλος σαν επισκέπτρια καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Κολοράντο όπου μάλιστα βραβεύτηκε για διακεκριμένη διδασκαλία. Πέθανε το 2004 αφήνοντας πίσω της ένα έργο σημαντικό αλλά ελάχιστα αναγνωρισμένο.
Η συλλογή διηγημάτων ‘Οδηγίες για οικιακές βοηθούς’ γράφτηκε από το 1960 ως το 1990 και αποτελείται από 43 σύντομες, κυρίως αυτοβιογραφικές ιστορίες, στις οποίες αποτυπώνονται τα μέρη που έζησε, οι προσωπικές της σχέσεις, οι αποτυχίες της και οι εθισμοί της.
Οι ιστορίες κυμαίνονται από σύντομα σημειώματα μέχρι αφηγήσεις αρκετών σελίδων και αρκετοί από τους ήρωες συναντώνται πάνω από μία φορά. Συχνά, σ’ αυτές τις ιστορίες αποτυπώνεται μια στιγμή, που μεταφέρει ένα μήνυμα, μια εντύπωση ή ένα συναίσθημα. Η Μπερλίν οδηγεί τον αναγνώστη να δει την ιστορία από μια αλλιώτικη οπτική δίνοντας την τελευταία στιγμή ένα νέο στοιχείο ή απομακρύνοντας τον κύριο χαρακτήρα του διηγήματος με την εμφάνιση ενός άλλου. Παρόλο που οι ιστορίες της κατά κάποιο τρόπο φαίνονται εύκολες – κάπως σαν τις τυχαίες ιστορίες που λέγονται μεταξύ φίλων που σύντομα ξεθωριάζουν από τη μνήμη – εντούτοις η λυρική οικονομία της καταγραφής τους, η ποικιλία φωνών και θεμάτων και η μοναδική ικανότητά της να μπαίνει στις ζωές των χαρακτήρων και να εξερευνά τα μυστικά τους, τις αποτυπώνουν στο μυαλό του αναγνώστη για καιρό.
Η Λουσία Μπερλίν είναι παρατηρητής, δίνει προσοχή σε κάθε μικρή λεπτομέρεια γύρω της, από το κοινότοπο μέχρι το οδυνηρό και συχνά σ’ αυτά που παρατηρεί αναγνωρίζει κομμάτια δικά της. «Μερικές λέξεις με τρελαίνουν. Τώρα τελευταία κάθε άρθρο εφημερίδας περιέχει μια αναφορά ή μια κρίσιμη επισήμανση ή μια εικόνα, και τουλάχιστον ένα από τα τρία ταιριάζει γάντι με την τρέχουσα στιγμή της ζωής μου.» γράφει στο διήγημα ‘Σιωπή’.
Στην καρδιά των ιστοριών της υπάρχει μια ευγένεια προς τους ανθρώπους για τους οποίους γράφει. Δεν είναι όλοι τους ήρωες – πολλοί από αυτούς είναι συντετριμμένοι ενώ άλλοι είναι σκληροί – αλλά τους απεικονίζει ως πραγματικούς ανθρώπους με σύνθετους χαρακτήρες που αγωνίζονται να ζήσουν. Δεν γκρινιάζει, δεν στιγματίζει, απλά παρατηρεί και καταδεικνύει το διαφορετικό ή το παράλογο χωρίς υπερβολές και μελοδραματισμούς.
Οι περισσότεροι συγγραφείς δανείζονται τους χαρακτήρες των έργων τους από τη ζωή τους, αναδιαμορφώνοντάς τους για να προβάλουν ό,τι αυτοί θεωρούν σημαντικό. Η Μπερλίν αντίθετα φαίνεται να ξαναγράφει τις αναμνήσεις της τοποθετώντας τες μέσα σε σύντομες λυρικές σκηνές που διακατέχονται από την αίσθηση του επείγοντος και την ανάγκη της να τις γράψει. Σε μία από αυτές τις ιστορίες που έχει τον τίτλο ‘Ημερολόγιο Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών, 1977’ μια νοσοκόμα προτρέπει έναν ηλικιωμένο τυφλό, που μόλις έχει χάσει τη γυναίκα του, να σταματήσει να κλαίει «Δεν βοηθάει την κατάσταση, κύριε Άντερλι». Κι εκείνος της απαντάει «Τίποτα δεν θα βοηθήσει. Είναι το μόνο που μπορώ να κάνω. Αφήστε με ήσυχο». Ενώ στην πρώτη ιστορία του βιβλίου με τίτλο ‘Το Πλυντήριο του Άνχελ’ μια γυναίκα, που κάποτε ζήτησε από τον πρίγκιπα Άλι Χαν να της ανάψει το τσιγάρο της, παρατηρεί έναν γέρο Ινδιάνο, που ισχυρίζεται ότι είναι ο αρχηγός των Απάτσι, να κοιτάζει τα χέρια της. «Φρικτές γεροντικές κηλίδες, δύο ουλές. Διόλου ινδιάνικα χέρια, χέρια νευρικά, μοναχικά. Έβλεπα παιδιά και άντρες και κήπους στα χέρια μου.»
Στην ιστορία με τίτλο «Οδηγίες για οικιακές βοηθούς» –που έδωσε το όνομα σ’ αυτή τη συλλογή διηγημάτων – η Μπερλίν κατέγραψε σ’ένα σπαρταριστό κείμενο τις εμπειρίες της από την εποχή που εργαζόταν σαν καθαρίστρια, διανθισμένο με αρκετές ‘οδηγίες’.
-
Συμβουλή προς τις οικιακές βοηθούς: Να παίρνετε ό,τι σας δίνει η κυρία σας και να λέτε Ευχαριστώ. Μετά μπορείτε να το αφήσετε στο λεωφορείο, να το παραχώσετε σε καμιά χαραμάδα.
-
Οικιακές βοηθοί, προσοχή, είναι κανόνας: Ποτέ μη δουλεύετε για φίλους. Αργά ή γρήγορα θα σας μισήσουν επειδή ξέρετε πολλά γι’ αυτούς. Ή μπορεί να πάψετε εσείς να τους συμπαθείτε, επειδή έχετε μάθει πολλά γι’ αυτούς.
-
Οικιακές βοηθοί : Όσο για τις γάτες … ποτέ μην πιάνετε φιλίες με γάτες, μην τις αφήνετε να παίζουν με τη σφουγγαρίστρα, με τα ξεσκονόπανα. Οι κυρίες θα ζηλέψουν. Ποτέ, ωστόσο, μην τις κοπανάτε θέλοντας να τις διώξετε από τις πολυθρόνες. Απεναντίας, πάντα να φέρεστε φιλικά στους σκύλους· φροντίστε να περάσετε πέντε δέκα λεπτά χαϊδεύοντας τον Τσερόκι ή τον Σμάιλι μόλις φτάνετε στο σπίτι. Να θυμάστε να κατεβάζετε το καπάκι της τουαλέτας. Τριχωτά, σαλιάρικα προγούλια.
-
Ποτέ μη δουλέψετε σε σπίτι με παιδιά «προσχολικής ηλικίας». Τα μωρά είναι τέλεια. Μπορείτε να περάσετε ώρες κοιτάζοντάς τα, κρατώντας τα αγκαλιά. Όμως τα μεγαλύτερα… το μόνο που εισπράττεις είναι κραυγές, μπαγιάτικα γαριδάκια, ατυχήματα επειδή πεδουκλώθηκαν στο μπατζάκι της πιτζάμας τους κι έπεσαν.
-
Ποτέ μη δουλέψετε για ψυχιάτρους, επίσης. Θα τρελαθείτε. Θα μπορούσα να τους πω εγώ ένα δυο πραγματάκια… Παπούτσια με διπλές σόλες για μερικά ακόμα εκατοστά ύψος; Είμαστε σοβαροί;
-
Οικιακές βοηθοί: Θα συναντήσετε πολλές απελευθερωμένες γυναίκες. Το πρώτο στάδιο είναι η συμμετοχή σε ομάδες ενίσχυσης της συνειδητότητας· το δεύτερο είναι η πρόσληψη οικιακής βοηθού· το τρίτο, το διαζύγιο.
-
Οικιακές βοηθοί : Κάντε τες να πιστέψουν πως είστε σχολαστικές. Την πρώτη μέρα ξαναβάλτε τα έπιπλα στη θέση τους λίγο διαφορετικά… δέκα είκοσι εκατοστά πιο πέρα, ή να κοιτάζουν σε λάθος κατεύθυνση. Όταν ξεσκονίζετε, αντιστρέψτε τα αγαλματάκια των γάτων του Σιάμ, βάλτε τη γαλατιέρα αριστερά από τη ζαχαριέρα. Αλλάξτε όλες τις οδοντόβουρτσες.
Η γραφή της Λουσία Μπερλίν είναι σκληρή, λεπτομερής και ταυτόχρονα αστεία. Αλλά πολλές φορές είναι και μια ματιά σε έναν κόσμο που μπορεί να μην θέλουμε να δούμε, έναν κόσμο γεμάτο με αλκοόλ και ναρκωτικά, με λιποταξία, αμβλώσεις και κακία. Παρόλα αυτά όμως στις ιστορίες της, η ανθρωπότητα λάμπει. Μπορεί να υπάρχει απελπισία, αλλά υπάρχει πάντα ελπίδα.
Πολλές από τις ιστορίες της έχουν να κάνουν με τον αλκοολισμό, ένα αγκάθι που η Μπερλίν αγωνίστηκε να πετάξει από πάνω της το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Στο διήγημα με τίτλο ‘Σιωπή’ εξηγεί κάπως το πώς ξεκίνησε η περιπέτειά της με το αλκοόλ. Μια από τις πιο τραγικές ιστορίες είναι η ιστορία με το τίτλο ‘Ανεξέλεγκτη’. Μια ανώνυμη γυναίκα ξυπνά από την έλλειψη του αλκοόλ. Χρειάζεται ένα ποτό και για να σταματήσει να τρέμει, κάθεται στο πάτωμα και αρχίζει να διαβάζει τους τίτλους των βιβλίων στην βιβλιοθήκη της. Αργότερα, ανακαλύπτουμε ότι τα παιδιά της κοιμούνται στο διπλανό δωμάτιο και της έχουν κρύψει το πορτοφόλι και τα κλειδιά για να την εμποδίσουν να βγει σε αναζήτηση ποτού. Χωρίς αποτέλεσμα.
«Μέσα στη βαθιά σκοτεινή νύχτα της ψυχής οι κάβες και τα μπαρ είναι πάντα κλειστά. Άπλωσε το χέρι κάτω από το στρώμα· το μπουκάλι της βότκας ήταν άδειο. Σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι, στάθηκε στα πόδια της. Έτρεμε τόσο άσχημα, που κάθισε κάτω, στο πάτωμα. Οι αναπνοές της ήταν ρηχές και γρήγορες, η ανάσα της κοβόταν. Αν δεν έπινε, θα πάθαινε τρομώδες παραλήρημα, κρίση.»
Από την εμπειρία της ως νοσοκόμα προέρχεται και το διήγημα ‘Temps Perdu’ (χαμένος χρόνος).
«Πάνε κάμποσα χρόνια που δουλεύω σε νοσοκομεία και αν έχω μάθει ένα πράγμα είναι ότι όσο πιο άρρωστοι είναι οι ασθενείς τόσο λιγότερο θόρυβο κάνουν. Γι’ αυτό και αγνοώ του κουδούνι της ενδοσυνεννόησης. Είμαι υπάλληλος θαλάμου, οι προτεραιότητές μου είναι να παραγγέλνω φάρμακα και ενδοφλέβιες ενέσεις, να συνοδεύω τους ασθενείς στο χειρουργείο ή στο ακτινολογικό. Ασφαλώς, υπάρχουν φορές που απαντώ στις κλήσεις· συνήθως τους λέω: «Η νοσηλεύτριά σας θα είναι σύντομα κοντά σας!» επειδή αργά ή γρήγορα θα εμφανιστεί. Η στάση μου απέναντι στις νοσοκόμες έχει αλλάξει πολύ. Κάποτε σκεφτόμουν ότι είναι άκαμπτες και άκαρδες. Όμως η αιτία είναι η ασθένεια. Βλέπω τώρα πως η αδιαφορία των νοσοκόμων είναι ένα όπλο ενάντια στη νόσο. Πολέμησέ την, ξερίζωσέ την. Αγνόησέ την, αν μπορείς. Το να ανταποκρίνεσαι σε κάθε ιδιοτροπία του ασθενή τον ενθαρρύνει να βρίσκει ευχαρίστηση στην αρρώστια του. Αυτή είναι η αλήθεια.»
Οι περιγραφές της είναι μοναδικές· οι οσμές, οι ήχοι και οι εικόνες συνθέτουν τα σκηνικά των ιστοριών της κι εκείνη αφηγείται απαριθμώντας λεπτομέρειες μ’ ένα ρυθμό που θυμίζει μουσικό μοτίβο, μεταφέροντας τον αναγνώστη πότε στο εργαστήρι του οδοντίατρου παππού της που την έβαλε να του βγάλει όλα του τα δόντια για να φορέσει τα ψεύτικα που είχε φτιάξει ο ίδιος και ήταν πολύ περήφανος για το έργο του, και πότε στην Αλμπουκέρκη με τον τρόμο των ναρκωτικών. Παντού προβάλει την αυθεντική ζωή· στα σπίτια, στα νοσοκομεία, στα δημόσια πλυντήρια, στις στάσεις των λεωφορείων, στα αποδυτήρια όπως και τους αυθεντικούς χαρακτήρες .
Γέλασα με την καρδιά μου με την ιστορία ‘Ηλεκτρικό αυτοκίνητο, Ελ Πάσο’ όπου η συγγραφέας με τη γιαγιά της μπαίνουν στο ηλεκτρικό αυτοκίνητο μιας ηλικιωμένης φίλης τους. «Το αυτοκίνητο έβγαζε έναν τόσο αδύναμο βόμβο, που ήταν σαν να μην κινούμασταν. Μα κινούμασταν; Η κυρία Σνόουντεν δεν έτρεχε, ή δεν μπορούσε να τρέξει, με ταχύτητα μεγαλύτερη των είκοσι πέντε χιλιομέτρων την ώρα. Πηγαίναμε τόσο αργά, ώστε έβλεπα πράγματα με τρόπο πρωτόφαντο. Τα έβλεπα στη διάρκειά τους, σαν να παρατηρείς έναν κοιμισμένο όλη τη νύχτα.» Οι δύο ηλικιωμένες γυναίκες γαντοφορεμένες και με τα ψάθινα καπελάκια τους αδυνατούν να αντιληφθούν το κομφούζιο που προκαλούν στον δρόμο και ευχαριστημένες καταλήγουν την κάθε τους πρόταση με ένα απόσπασμα από τη Βίβλο.
Σκοτεινή, λαμπερή, αστεία, λυπητερή, ζωντανή, ειλικρινής, ωμή η Λουσία Μπερλίν δεν μοιάζει με κανένα άλλο διηγηματογράφο. Έχει συγκριθεί με τον Κάρβερ και τον Ρίτσαρντ Γέιτς αλλά η ιδιόμορφη γραφή της είναι πραγματικά μοναδική.
Το βιβλίο ‘Οδηγίες για Οικιακές βοηθούς’ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΣΤΕΡΕΩΜΑ σε υπέροχη μετάφραση και σημειώσεις της Κατερίνας Σχινά.
Εκδόσεις: ΣΤΕΡΕΩΜΑ
Reblogged this on worldtraveller70.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Hi my family member! I want to say that this article is amazing, great
written and come with approximately all important infos. I would like to look
extra posts like this .
Μου αρέσει!Μου αρέσει!