Το βιβλίο ‘Στο χείλος της αβύσσου’, του Γερμανού συγγραφέα Έριχ Κέστνερ, (Erich Kästner 1899-1974) κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1931 με τον τίτλο ‘Φάμπιαν, η ιστορία ενός ηθικολόγου’ και παρά τις αλλαγές και τις περικοπές που υπέστη από τον εκδότη και τον επιμελητή του, σημείωσε μεγάλη επιτυχία στο αναγνωστικό κοινό της εποχής.
Ο Κέστνερ ήθελε πάντοτε να είναι ένας συγγραφέας που να διαβάζεται εύκολα, και τα βιβλία του να παραμένουν κατανοητά παρά τα βαθύτερα νοήματά τους. Έγραψε κατά κύριο λόγο βιβλία για παιδιά και η λογοτεχνική κριτική τον χαρακτήρισε ως «μάστορα των μικρών μορφών» και «συγγραφέα-κλειδί της γερμανικής μεσοπολεμικής εποχής». Ο Κέστνερ εγκλωβίστηκε στη Γερμανία του Χίτλερ για να δει τα βιβλία του να καίγονται από τους Ναζί το 1933. Στο βιβλίο ‘Στο χείλος της αβύσσου’ απεικονίζει το Βερολίνο τις τελευταίες ημέρες της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, με μια διεφθαρμένη κοινωνία που βρίσκεται στο χείλος της αβύσσου και έναν κύριο χαρακτήρα που αντιστέκεται και αγωνίζεται να επιβιώσει.
Ο Γιάκομπ Φάμπιαν, ο ήρωας του βιβλίου, είναι ένα ηθικός άνθρωπος που όμως ζει σε μια ανήθικη εποχή και σε μια κοινωνία στην οποία δεν αισθάνεται ότι ανήκει. Είναι ένας ελκυστικός άνδρας υψηλού μορφωτικού επιπέδου που ενώ σαρκάζει το περιβάλλον του είναι συμπονετικός και ενώ αποδοκιμάζει την παρακμή που υπάρχει γύρω του, συμμετέχει οριακά στην κοινωνία – αν και σαν παρατηρητής.
«Γιατί καθόταν εδώ μέσα, σ’ αυτό το ξεχασμένο από τον Θεό, άθλιο δωμάτιο, νοικάρης της κυρίας Χόλφελντ που παλιότερα δεν είχε ανάγκη να νοικιάζει; Γιατί δεν καθόταν στο σπίτι του με τη μητέρα του; Τι γύρευε σ’ αυτή την πόλη, αυτό το τρελοκομείο με τα πέτρινα κουτιά; Ποιος ήταν ο σκοπός του; Να γράφει επιτηδευμένες σαχλαμάρες για να καπνίζει ο κόσμος ακόμα περισσότερα τσιγάρα; Την καταστροφή της Ευρώπης μπορούσε να την περιμένει κι εκεί όπου είχε γεννηθεί. Αυτά παθαίνεις, όμως, όταν φαντάζεσαι ότι η γη θα συνεχίσει να γυρίζει μόνο αν την κοιτάς εσύ. Τούτη η γελοία ανάγκη να είναι παρών!»
Ο Φάμπιαν είναι απλά ένα ξένο σώμα, ένας παρατηρητής ενός κόσμου που στερείται στόχων και ιδανικών. Γύρω του βασιλεύει η ανεργία, η οικονομική ανασφάλεια και ο παραλογισμός. Είναι ένας κόσμος που χορεύει – γελώντας αλλά και κλαίγοντας – στο δικό του ρυθμό. Ένας κόσμος που μόλις έχει βγει από έναν πόλεμο και πηγαίνει με ταχείς ρυθμούς σε έναν άλλο. Ένας κόσμος ανηθικότητας και διαφθοράς όπου οι γυναίκες εκδίδονται επειδή δεν έχουν άλλο τρόπο να επιβιώσουν και οι άνδρες πολεμούν την κατάθλιψή τους με το σεξ και το αλκοόλ. Υπάρχουν διεφθαρμένοι αστοί, μικροαστοί και προλετάριοι με ανεπίλυτες ανάγκες που απογοητεύονται καθημερινά. Υπάρχουν νέοι χωρίς προοπτικές, χωρίς ελπίδα και όνειρα και με λάθος φιλοδοξίες. Ο ίδιος ο Φάμπιαν αν και κατέχει διδακτορικό στη φιλολογία, εργάζεται στο διαφημιστικό τμήμα ενός εργοστασίου τσιγάρων αντί ενός ευτελούς μισθού, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου πηγαίνει στο ενοίκιό του.
Δίπλα του βρίσκεται μόνο ο Λαμπούντε, ο καλύτερος φίλος του, γόνος ευκατάστατης οικογένειας, ο οποίος, πληγωμένος από την προδοσία της αγαπημένης του, βρίσκει παρηγοριά το πρωί στις μελέτες του και τη νύχτα στην μεθυστική δίνη των κλαμπ και των λεσχών. Ο Φάμπιαν ακολουθεί τον Λαμπούντε στα κλαμπ και τα πορνεία αλλά σύντομα χάνονται οι δυό τους μέσα στους πολιτικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς τους. Θυμούνται την εποχή που έφευγαν για τον πόλεμο και την συγκρίνουν με το παρόν.
«Καθόμουν σε μια μεγάλη αίθουσα αναμονής που την έλεγαν Ευρώπη. Σε οχτώ μέρες έφευγε το τρένο. Μόνο αυτό ήξερα. Αλλά κανένας δεν ήξερε να μου πει πού θα με πήγαινε και τι θα μου συνέβαινε. Και να που τώρα καθόμαστε πάλι στην αίθουσα αναμονής, που και πάλι τη λένε Ευρώπη! Και πάλι δεν έχουμε ιδέα τι θα συμβεί. Η ζωή μας είναι εφήμερη, ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να καλπάζει για πάντα.»
Αυτή η εποχή είναι, επίσης, εποχή πολιτικών αναταραχών με τους εργάτες να διαμαρτύρονται και την αστυνομία να περιμένει στα οδοφράγματα για να παρέμβει και τους κομμουνιστές και τους Ναζί να συγκρούονται στους δρόμους του Βερολίνου, με τους Ναζί όλο και περισσότερο επιθετικούς και καλά προστατευμένους από την εξουσία.
Μετά από ένα τέτοιο περιστατικό ο Φάμπιαν και ο φίλος του Λαμπούντε μεταφέρουν στο νοσοκομείο δύο τραυματίες και ο γιατρός σχολιάζει : «Πολιτικούς τραυματίες μου φέρατε;» ρώτησε χαμογελώντας. «Απόψε μόνο, μας έφεραν εννέα τέτοια περιστατικά, ο ένας είναι σοβαρά τραυματισμένος από σφαίρα στην κοιλιά. Όλοι τους εργάτες και υπάλληλοι. Έχετε προσέξει κι εσείς ότι, τις περισσότερες φορές, είναι τύποι από τα προάστια που μάλιστα γνωρίζονται μεταξύ τους. Αυτά τα πολιτικά πιστολίδια δεν διαφέρουν καθόλου από τους καβγάδες στα νυχτερινά κέντρα. Και στις δύο περιπτώσεις, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα εξάμβλωμα του συλλογικού μας βίου. Θα ‘λεγε κανείς πως προσπαθούν να μειώσουν το ποσοστό της ανεργίας με το ν’αλληλοσκοτώνονται. Παράξενος τρόπος να βοηθήσεις τον εαυτό σου.»
Ο Φάμπιαν όμως, αν και ζει στερημένα και βιώνει αμέτρητες δυσκολίες καθημερινά παραμένει πιστά αποστασιοποιημένος από τις επικρατούσες τάσεις της κοινωνίας. Παρατηρεί τα όργια από περιέργεια, απορρίπτει ανήθικες ευκαιρίες και προτάσεις και περιμένει πιστά τον θρίαμβο της ευπρέπειας.
«Τούτη η τεράστια πόλη, που είναι χτισμένη από πέτρα, δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου, με το πέρασμα του χρόνου. Κι αν πεις για τους κατοίκους της, έχουν αποτρελαθεί από καιρό τώρα. Ανατολικά βασιλεύει το έγκλημα, δυτικά η διαστροφή, βόρεια η φτώχεια, στο κέντρο η απάτη, και σε όλα τα σημεία του ορίζοντα απλώνεται η παρακμή.
«Και μετά την παρακμή τι ακολουθεί;»
Ο Φάμπιαν έκοψε ένα κλαδάκι που εξείχε από κάποιον φράχτη. «Φοβάμαι πως ακολουθεί η ηλιθιότητα», απάντησε.
«Στην πόλη μου, η ηλιθιότητα έχει έρθει προ πολλού», είπε το κορίτσι. «Τι μπορούμε να κάνουμε, όμως;»
«Όποιος είναι αισιόδοξος θα πέσει σε απελπισία. Εγώ, που είμαι μελαγχολικός τύπος, δεν θα πάθω τίποτα. Ν’ αυτοκτονήσω δεν πρόκειται, γιατί δεν νιώθω αυτή την ορμή για δράση, που κάνει κάποιους άλλους να χτυπάνε το κεφάλι τους στον τοίχο μέχρι να το σπάσουν. Παρακολουθώ και περιμένω. Περιμένω να νικήσει η αξιοπρέπεια. Όταν συμβεί αυτό, τότε θα μπορέσω κι εγώ να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στην ανθρωπότητα. Προς το παρόν όμως περιμένω, όπως ο άθεος το θαύμα.»

Στη συνέχεια ο Φάμπιαν χάνει απροσδόκητα τη δουλειά του και η δύσκολη κατάσταση που βιώνει ξαφνικά γίνεται απελπιστική. «Τι θ’ απογίνω;» σκέφτεται. Προσπαθεί να κρύψει τα νέα της απόλυσης από τη μητέρα του, περιφέρεται στους δρόμους του Βερολίνου και παρατηρεί τους πεινασμένους και άνεργους άνδρες και τις πόρνες που εκλιπαρούν για λίγα κέρματα και καταλήγει στο γραφείο ανεργίας. Εδώ ο Κέστνερ περιγράφει διασκεδαστικά τη ματαιότητα της γερμανικής γραφειοκρατίας, βάζοντας τον ήρωά του να περιπλανιέται από γραφείο σε γραφείο, σχεδόν για μια ολόκληρη μέρα και να μην βρίσκει άκρη. Στο τέλος είναι ο θυρωρός μιας υπηρεσίας που φιλικά κοιτάζει τα χαρτιά του και τον ενημερώνει ότι αφού έχει αποζημιωθεί γι’ αυτό τον μήνα ακόμη δεν θεωρείται απολυμένος.
«Ο νεαρός είχε απλώσει μερικά κέρματα πάνω στο τραπέζι και μετρούσε την περιουσία του. «Τα μισά φεύγουν στις αιτήσεις που στέλνω. Δεν πληρώνω μόνο το γραμματόσημο, προπληρώνω και την απάντηση. Κάθε βδομάδα πληρώνω για είκοσι αντίγραφα και είκοσι επικυρώσεις πιστοποιητικών. Ποτέ δεν μου τα στέλνουν πίσω. Ούτε καν απάντηση δεν παίρνω. Προφανώς, οι χαρτογιακάδες κάνουν συλλογή με τα προπληρωμένα μου γραμματόσημα.»
Όταν ο Φάμπιαν απογοητεύεται από την κοπέλα του και χάνει τον καλύτερό του φίλο, παίρνει την απόφαση να φύγει μακριά από την κραιπάλη της πόλης και να επιστρέψει στην επαρχιακή πόλη που γεννήθηκε για να κάνει μια νέα αρχή.
Ο Φάμπιαν και ο Λαμπούντε είναι τα πρόσωπα της ιστορίας που προσπαθούν να μείνουν πιστά στις ιδέες τους – παρά τις δυσκολίες. Ο Φάμπιαν είναι ένας αντιήρωας που θα καταλήξει τραγικός – όχι από επιλογή αλλά τυχαία -, σε μια προσπάθεια να σώσει ένα παιδί. Αντίθετα, ο Λαμπούντε, το alter ego του, θα αποδειχθεί πιο εύθραυστος.
Το βιβλίο ‘Στο χείλος της αβύσσου’ είναι ένα μικρό λογοτεχνικό αριστούργημα και αποτελεί ένα έξοχο προοίμιο της σύγχρονης γερμανικής λογοτεχνίας.

Ο Κέστνερ τολμά να παραμερίσει την αίγλη και το λούστρο με τα οποία είχε ντυθεί η γερμανική πρωτεύουσα την εποχή του μεσοπολέμου και να φέρει στην επιφάνεια τη σήψη, την υποκρισία και τον παραλογισμό. Σατιρίζει με διορατικότητα, καυστικότητα, απαισιοδοξία, γρήγορο ρυθμό και αρκετό χιούμορ, μια παρακμιακή κοινωνία που καταρρέει ενώ δεν παραλείπει να αντιπαραθέσει επιδέξια το καλό με το κακό. Όπου υπάρχει ένα άθλιο πορνείο υπάρχει και ένας αγνός ιδεολόγος, όπου υπάρχει απελπισία και εκμετάλλευση υπάρχει μια πράξη δοτικότητας και αλληλεγγύης, όπου υπάρχει πόνος υπάρχει και χιούμορ.
Το εξαιρετικό αυτό βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ σε μετάφραση Άντζης Σαλταμπάση και όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο ‘περιλαμβάνει την αρχική μορφή και τον αρχικό τίτλο του μυθιστορήματος, ενώ στο Παράρτημα οι αναγνώστες έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν λεπτομερώς την περιπέτεια του βιβλίου.’
Εκδόσεις: ΠΟΛΙΣΔιαβάστε επίσης :
http://lesxianagnosisbiblioudegas.blogspot.com/2018/11/erich-kastner.html
Το ξεκίνησα σήμερα και έχω εντυπωσιαστεί… Σας ευχαριστούμε για το άρθρο σας. Μπορώ να το κοινοποιήσω;
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Φυσικά μπορείτε να το κοινοποιήσετε. Τιμή μου και σας ευχαριστώ πολύ!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο