Τρόποι να γυρίζεις σπίτι» του Χιλιανού συγγραφέα και ποιητή Αλεχάντρο Ζάμπρα, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας αξιόλογος, αλλά και προκλητικός ως προς τα πολιτικά του μηνύματα, διαλογισμός. Για τον συγγραφέα, η έννοια σπίτι περικλείει τόσο την πατρίδα του, τη Χιλή, όσο και την περίοδο της δεκαετίας του ’80, τους γονείς, την οικογένεια, τους φίλους, τους γείτονες, τη λογοτεχνία. Σπίτι είναι, ακόμα, οι αναμνήσεις και οι προβληματισμοί της γενιάς που μεγάλωσε την περίοδο του καθεστώτος του Πινοσέτ.
Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο από έναν αφηγητή χωρίς όνομα που, όμως, έχει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με το συγγραφέα. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Ζάμπρα υπαινίσσεται ότι καταγράφει τους δικούς του προβληματισμούς και τις δικές του εμπειρίες: «……κανείς δεν μπορεί να μιλάει εκ μέρους κάποιου άλλου και μόλο που θέλουμε ν’ αφηγούμαστε ιστορίες άλλων, πάντα καταλήγουμε ν’ αφηγούμαστε τη δική μας.» (σελ. 105)
Η ιστορία ξεκινά με τον σεισμό του 1985 στο Σαντιάγο, όταν ο ήρωας (και ο συγγραφέας) ήταν περίπου 9 ετών. Το βράδυ του σεισμού, που όλοι στη γειτονιά μένουν έξω από τα σπίτια τους για τον φόβο των μετασεισμών, ο αφηγητής συναντά για πρώτη φορά την Κλαούδια, η οποία του ζητά να παρακολουθεί τον γείτονά του και θείο της, Ραούλ, και να της αναφέρει ό,τι βλέπει, χωρίς όμως να του εξηγεί το λόγο. Χρόνια μετά, στο μυαλό του γυρίζει εκείνη η παιδική εμπειρία και αναζητά ξανά την Κλαούδια ψάχνοντας να λύσει τον γρίφο εκείνης της απαίτησης.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με έναν άλλο σεισμό, είκοσι χρόνια μετά τον πρώτο, όπου και πάλι οι άνθρωποι είναι έξω στους δρόμους διαβεβαιώνοντας ο ένας τον άλλο ότι είναι καλά. Ένας κύκλος άνοιξε και έκλεισε με τον ίδιο τρόπο.
Ο Ζάμπρα, μέσα από αυτή την αναζήτηση – αναπόληση ασχολείται και αναλύει συμπεριφορές δικές του και της οικογένειάς του αναθεωρώντας απόψεις και πιστεύω και υποστηρίζοντας ότι όλοι είμαστε δευτερεύοντες χαρακτήρες της ιστορίας των γονιών μας. «Το μυθιστόρημα είναι το μυθιστόρημα των γονέων, σκέφτηκα τότε, σκέφτομαι και τώρα. Μεγαλώσαμε, αυτό πιστεύοντας : ότι το μυθιστόρημα είναι των γονέων. Τους κακολογούσαμε, αλλά στη σκιά τους βρίσκαμε ανακούφιση και καταφύγιο. Ενόσω οι μεγάλοι σκότωναν ή σκοτώνονταν, εμείς ζωγραφίζαμε σε μια γωνιά. Ενόσω η χώρα διαλυόταν, εμείς μαθαίναμε να μιλάμε, να περπατάμε, να κάνουμε τις χαρτοπετσέτες βαρκούλες και αεροπλανάκια. Ενόσω το μυθιστόρημα συνέβαινε, εμείς παίζαμε κρυφτό, παίζαμε εξαφάνιση.» σελ. 56
Το «Τρόποι να γυρίζεις σπίτι» είναι ένα μυθιστόρημα με αρκετή ένταση και συναισθηματική αμεσότητα που πηγάζει από τους προσωπικούς προβληματισμούς του συγγραφέα και σίγουρα, απαιτεί μια δεύτερη ματιά από τον αναγνώστη.
Σχετικές δημοσιεύσεις :