ΤΟ ΠΙΣΩ ΔΩΜΑΤΙΟ

στις

Σε ένα δωμάτιο βυθισμένο στη νύχτα, όπου το φως του κόσμου σβήνει και η φαντασία ανασαίνει απρόσκοπτα, γεννιέται η αφήγηση. Εκεί, στο Πίσω Δωμάτιο της συνείδησης, η καταξιωμένη Ισπανίδα συγγραφέας Κάρμεν Μαρτίν Γκαϊτέ (Carmen Martín Gaite, 1925-2000), στήνει μια ιδιότυπη λογοτεχνική σκηνή: μια γυναίκα συνομιλεί με έναν άγνωστο άνδρα, αλλά στην πραγματικότητα απευθύνεται στην ίδια της την ψυχή – και, μαζί, στην Ιστορία. Το Πίσω Δωμάτιο (εκδόσεις Gutenberg, μετάφραση Κυριάκος Φιλιππίδης) αποτελεί ταυτόχρονα ένα προσωπικό ημερολόγιο, μια υπαρξιακή εξομολόγηση, μια απόπειρα ανασυγκρότησης της μνήμης και μια πράξη ανάκτησης της γυναικείας φωνής και της συγγραφικής πράξης μέσα από τα θραύσματα ενός καταπιεσμένου παρελθόντος.

Το βιβλίο γράφτηκε το 1978, τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Φράνκο, όταν η χώρα μόλις ξεκινούσε να επεξεργαστεί την τραυματική της μνήμη και η λογοτεχνία έψαχνε φωνή για να καλύψει τα κενά της ιστορικής σιωπής. Σ’ αυτό το ρευστό, αλλά ελπιδοφόρο πολιτικό κλίμα Το πίσω δωμάτιο συνέβαλε σημαντικά στον συλλογικό αναστοχασμό για τη μνήμη, την ευθύνη και την ταυτότητα.

Στην καρδιά του έργου βρίσκεται η γυναικεία εμπειρία — όχι ως αναπαράσταση, αλλά ως βίωμα. Η αφηγήτρια είναι γυναίκα, συγγραφέας και μάρτυρας μιας δύσκολης εποχής – μια σαφής λογοτεχνική εκδοχή της ίδιας της Γκαϊτέ – η οποία με την πρόφαση μιας συνέντευξης, επιδίδεται σε μια βαθιά εσωτερική ανασκαφή. ‘Αγωνίζομαι να καταλάβω και να ονειρευτώ ταυτόχρονα.’ Τα αντικείμενα, οι ήχοι, οι λέξεις της παιδικής ηλικίας δεν είναι απλές αναμνήσεις αλλά ενεργά υπολείμματα ενός παρελθόντος που ζητά επανερμηνεία.

Η Κάρμεν Μαρτίν Γκαϊτέ γεννήθηκε το 1925 στη Σαλαμάνκα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που ενίσχυσε την κριτική σκέψη και την πνευματική της καλλιέργεια. Σπούδασε φιλολογία και ξεκίνησε τη συγγραφική της διαδρομή το 1954. Το πλούσιο έργο της διακρίνεται για το ιδιαίτερο ύφος που συνδυάζει την ευαισθησία με το πνευματικό βάθος. Στο «Πίσω Δωμάτιο» η συγγραφέας καθιστά τη δική της ζωή πεδίο έρευνας και επιστρέφοντας στα σκοτεινά χρόνια του ισπανικού εμφυλίου και της πολυετούς δικτατορίας που ακολούθησε, φέρνει στην επιφάνεια όσα έζησε όχι ως νοσταλγία, αλλά για να αναδείξει το κοινό βίωμα μιας γενιάς γυναικών που μεγάλωσαν σε μια σιωπηλή Ισπανία· μια αδήριτη ανάγκη αυτογνωσίας και ανασύνθεσης.

Η ισπανική κοινωνία εκείνης της εποχής περιγράφεται ως μια κοινωνία αυστηρά ιεραρχημένη, εθνικιστική, με έντονη επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας. Η λογοκρισία ήταν εκτεταμένη και η επίσημη αφήγηση της Ιστορίας μονοδιάστατη και ελεγχόμενη. Οι γυναίκες θεωρούνταν θεματοφύλακες της οικογένειας και της ηθικής, στερούμενες θεμελιωδών δικαιωμάτων. Δεν μπορούσαν να εργαστούν, να ταξιδέψουν ή να υπογράψουν συμβάσεις χωρίς την άδεια του άνδρα κηδεμόνα. Όφειλαν να είναι σύζυγοι και μητέρες· η σεξουαλικότητά τους καταπνιγόταν· η πρόσβασή τους στη γνώση, την αυτονομία και τη δημιουργία ήταν περιορισμένη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η αφήγηση της Γκαϊτέ λειτουργεί ως πράξη ανατροπής, όχι με κραυγές ή δηλώσεις, αλλά με την ήσυχη, επίμονη αναζήτηση του νοήματος πίσω από τη σιωπή.

Η Γκαϊτέ αρνείται την κλασική, γραμμική αφήγηση. Οργανωμένο μέσα από διαλόγους που εναλλάσσονται με τους εσωτερικούς μονολόγους της αφηγήτριας/συγγραφέως, το μυθιστόρημα θυμίζει άλλοτε θεατρικό έργο και άλλοτε ψυχαναλυτική συνεδρία. Το σκηνικό είναι νυχτερινό, σχεδόν ονειρικό. Ο χρόνος κυλά κυκλικά, η μνήμη λειτουργεί συνειρμικά και το πίσω δωμάτιο του τίτλου αναδεικνύεται ως η μήτρα του έργου · ένα σύμβολο για τον χώρο  της φαντασίας, του απωθημένου αλλά και της ελευθερίας · ένας χώρος που μένει κρυφός στο καθημερινό βλέμμα, αλλά φυλάσσει ό,τι δεν ειπώθηκε. Ο τόπος της δημιουργικής μνήμης, του ανείπωτου, του τραύματος και της αναγέννησης. Το μέρος όπου η λογοτεχνία παύει να είναι είδος και γίνεται τρόπος ύπαρξης.

‘Το φαντάζομαι σαν μια σοφίτα του εγκεφάλου, έναν χώρο μυστικό, γεμάτο θαμπά αντικείμενα, χωρισμένο από τα πιο καθαρά και τακτοποιημένα σαλόνια του μυαλού με μια κουρτίνα που σπάνια τραβιέται. Οι αναμνήσεις που έχουν τη δύναμη να μας εκπλήξουν ζουν κουλουριασμένες στο «πίσω δωμάτιο» και βγαίνουν από εκεί μονάχα όταν το θέλουν δεν έχει νόημα να τις πιέζουμε.’

Το μεταμυθοπλαστικό στοιχείο στο βιβλίο είναι κεντρικό – η αφήγηση σχολιάζει την ίδια της τη φύση. Ποιος είναι ο επισκέπτης; Ένας δημοσιογράφος; Ένας εσωτερικός διάλογος; Η ίδια η έμπνευση; Το έργο παίζει με τις δυνατότητες της λογοτεχνίας να δημιουργεί και να αποδομεί ταυτότητες, να επινοεί την αλήθεια χωρίς να τη διαστρέφει.

Η Γκαϊτέ δεν εμφανίζει ποτέ το παρελθόν εξιδανικευμένο και η νοσταλγία που φαίνεται να διαποτίζει τις αναμνήσεις της δεν είναι ρομαντική, αλλά μόνο αναστοχαστική. Δεν αναζητά να ορίσει μια νέα ταυτότητα, αλλά να συμφιλιωθεί με τις διάφορες εκδοχές του εαυτού της – παιδί, κόρη, γυναίκα, δημιουργός, αφηγήτρια. Ξαναζεί τα όρια και τις απαγορεύσεις, αλλά και τις υπόγειες μορφές αντίστασης των γυναικών. Η ίδια η συγγραφική πράξη, λοιπόν, γίνεται πράξη αντίδρασης. Η αφηγήτρια με όπλο της τη μνήμη επανεφευρίσκει το παρελθόν της, όχι για να το αναπαραστήσει πιστά, αλλά για να το ερμηνεύσει εκ νέου και να το νοηματοδοτήσει με τους δικούς της όρους. 

Η Γκαϊτέ βραβεύτηκε το 1978 για Το Πίσω Δωμάτιο με το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της Ισπανίας  και το βιβλίο παραμένει ένα από τα πιο σημαντικά έργα της ισπανικής μεταπολιτευτικής λογοτεχνίας λόγω της αισθητικής του καινοτομίας και της υπαρξιακής του έντασης. Μια αφήγηση που δεν αναζητά απαντήσεις, αλλά θέτει προβληματισμούς.  Ποια είναι η θέση της γυναίκας στην Ιστορία; Πώς θυμόμαστε όταν μας έχουν αναγκάσει να ξεχάσουμε; Πώς η γραφή μπορεί να αποκαλύψει εκείνο που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς; Σε μια εποχή που η συλλογική μνήμη αμφισβητείται και η φωνή των γυναικών εξακολουθεί να ζητά χώρο, Το Πίσω Δωμάτιο λειτουργεί ως καθρέφτης και κάλεσμα για να μιλήσουμε, να θυμηθούμε, να γράψουμε. Όχι για να επιβεβαιώσουμε το παρελθόν, αλλά για να του δώσουμε ξανά τη δυνατότητα να μας αλλάξει.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.