
Ο Αντόλφο Μπιόι Κασάρες (Adolfo Bioy Casares) γεννήθηκε στις 15 Σεπτ. 1914 στην περιοχή Ρεκολέτα του Μπουένος Άϊρες, όπου και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Η οικονομική άνεση της οικογένειάς του, του επέτρεψε να αφοσιωθεί απρόσκοπτα στη λογοτεχνία από πολύ μικρή ηλικία. Ανήσυχο πνεύμα, ευρηματικός, με κριτική σκέψη και πολύγλωσσος (στα 20 χρόνια του μιλούσε ήδη 4 ξένες γλώσσες), ο Κασάρες ξεκίνησε σπουδές νομικής, φιλοσοφίας αλλά και λογοτεχνίας που ποτέ δεν τις ολοκλήρωσε δηλώνοντας συνεχώς την απογοήτευσή του από το εκπαιδευτικό σύστημα της Αργεντινής. Μεταξύ 1929 και 1937 δημοσίευσε μια σειρά από βιβλία τα οποία όμως αργότερα αρνήθηκε να συζητήσει απορρίπτοντάς τα ως φρικτά.
Το 1932 ήταν μια από τις πιο σημαντικές χρονιές της ζωής του Κασάρες αφού στο περίφημο σπίτι της Βικτόρια Οκάμπο στο Σαν Ισίντρο, τη γνωστή Βίλλα Οκάμπο, γνώρισε το Χόρχε Λουίς Μπόρχες, μια γνωριμία που σφράγισε τη λογοτεχνική πορεία και των δύο αντρών. To 1940 κυκλοφόρησε το πιο γνωστό έργο του ‘Η εφεύρεση του Μορέλ’ ένα έργο που σηματοδότησε την αρχή της λογοτεχνικής του ωριμότητας. Στο εξής στα έργα του το φανταστικό δεν αγνοεί την πραγματικότητα παρά υπογραμμίζει τη δραματική αντιπαράθεση μεταξύ της πραγματικότητας και της ερμηνείας της.
Το 1954 ο Κασάρες δημοσίευσε ‘Το όνειρο των ηρώων’ (εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, μετάφραση Νίκος Πρατσίνης), ένα μυθιστόρημα που υφαίνει στοιχεία μυστηρίου και υπαρξισμού, βυθίζοντας τον αναγνώστη σε έναν κόσμο όπου τα όρια μεταξύ ονείρου και αλήθειας δεν είναι καθόλου σαφή ˙ ένα βιβλίο που αφορά στην αδυναμία της ανθρώπινης κατάστασης, την τόλμη με την οποία μπορούμε να την πολεμήσουμε και την υπέροχη αποτυχία της ανθρώπινης περιπέτειας.
Η πλοκή του βιβλίου είναι φαινομενικά απλή. Το μυθιστόρημα περιστρέφεται γύρω από τις ζωές μιας ομάδας νεαρών φίλων στο Μπουένος Άιρες του 1930, ο καθένας με τις δικές του φιλοδοξίες, όνειρα και εσωτερικές συγκρούσεις. Ο Εμίλιο Γάουνα, ένας νεαρός εργάτης από τα προάστια του Μπουένος Άιρες, προσπαθεί να ανασυνθέσει μια εμπειρία που είχε τρία χρόνια νωρίτερα, κατά τη διάρκεια του καρναβαλιού του 1927. Εκείνες τις μέρες, μέσα στο παραληρηματικό μεθύσι του τριήμερου καρναβαλιού είχε γνωρίσει μια μυστηριώδη νεαρή γυναίκα που φορούσε μάσκα και είχε τσακωθεί με κάποιον άγνωστο για έναν λόγο που δεν θυμάται.
Ο Κασάρες χρησιμοποιεί στο βιβλίο του περίπλοκες τεχνικές, συχνά με ασαφή όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, υφαίνοντας στην αφήγηση τα μεμονωμένα όνειρα, τις θολές αναμνήσεις και τις επιθυμίες του ήρωά του, αντικατοπτρίζοντας έτσι την πολυπλοκότητα της κοινωνίας και σχολιάζοντας την απογοήτευση και τη σύγχυση που επικρατούσε στην κοινωνία της Αργεντινής στις αρχές του 20ου αιώνα. Μια εποχή που οι παραδοσιακές αξίες αμφισβητήθηκαν και οι άνθρωποι αναζητούσαν νέα ιδανικά και πρότυπα για να πιστέψουν. Το κοινωνικό πλαίσιο του Μπουένος Άιρες επηρεάζει τις φιλοδοξίες των χαρακτήρων του βιβλίου. Οι χαρακτήρες μέσα στο μυθιστόρημα χρησιμεύουν ως δοχεία φιλοσοφικής ενδοσκόπησης, καθένας από τους οποίους αντιπροσωπεύει πτυχές της ανθρώπινης κατάστασης με τις επιθυμίες, τους φόβους και τις υποσυνείδητες σκέψεις τους να αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα του εσωτερικού τους κόσμου. Μερικοί αναζητούν κοινωνική θέση, αναγνώριση ή επιτυχία, ενώ άλλοι παλεύουν με τις κοινωνικές προσδοκίες και τους κανόνες, οδηγούμενοι σε εσωτερικές συγκρούσεις και προσωπικά διλήμματα που διαμορφώνουν την εξέλιξη της ιστορίας. Ο έρωτας και οι ρομαντικές σχέσεις επηρεάζουν επίσης σημαντικά τις πράξεις τους. Η επιθυμία τους για αγάπη και συντροφικότητα τροφοδοτεί διάφορες ιστορίες και συγκρούσεις μέσα στο μυθιστόρημα ενώ οι ρομαντικές συγκρούσεις διαμορφώνουν τις αποφάσεις τους, προσθέτοντας βάθος στα κίνητρά τους.

Στον πυρήνα του, το βιβλίο εστιάζει στον ψυχισμό του βασικού ήρωα, του Γάουνα, εμβαθύνοντας στην αναζήτησή του μέσα σε ένα σουρεαλιστικό σκηνικό. Ο Εμίλιο παλεύει με τις αντιλήψεις του για την πραγματικότητα, αμφισβητώντας την αυθεντικότητα των εμπειριών του, παλεύει με προσωπικές προκλήσεις, τις αμφιβολίες και τους φόβους του και τελικά, καθώς εξελίσσεται η ιστορία, υφίσταται μια βαθιά μεταμόρφωση. Στην αρχή, απεικονίζεται ως ένας απογοητευμένος νεαρός άνδρας που φυγομαχεί για την αναζήτηση της αλήθειας του ενώ στη συνέχεια γίνεται πιο εσωστρεφής, εμβαθύνει στο παρελθόν του, αμφισβητεί τις αναμνήσεις του και αντιμετωπίζει την αλήθεια και τους φόβους του.
‘Η εξελικτική πορεία του Γάουνα δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Το καταλάβαινε κι ο ίδιος: θα μπορούσε εξίσου καλά να είναι ανδρείος αλλά και δειλός, γενναιόδωρος αλλά και στενόκαρδος˙ η ψυχή του κρεμόταν από τη λήψη των αποφάσεων και από τυχαία περιστατικά, εξακολουθούσε να είναι ένα τίποτε.’
Στην ιστορία του Γάουνα ο Κασάρες δημιουργεί μια σειρά συγκρούσεων όπου το παρελθόν συγκρούεται με το παρόν, η αγάπη με τη φιλία, η γνώριμη αγάπη με την αγάπη που είναι κρυμμένη στα σκοτάδια του μυαλού του, η διαίσθηση συγκρούεται με τη λογική και ο ορθολογισμός με το θάρρος. Οι πολλές συγκρούσεις βρίσκουν μια παράξενη γαλήνη χάρη στην τέλεια ισορροπία μεταξύ των άκρων-συναίσθημα και αποστασιοποίηση, ορθολογισμό και παραλογισμό, αγάπη και φιλία, ανδρισμό και θηλυκότητα, την ειρωνική παρουσία του αφηγητή και τα συναισθήματα των χαρακτήρων.
Τα αντιφατικά συναισθήματα του Γάουνα, η προσωπικότητα της Κλάρα (τρυφερή και γενναιόδωρη στον έρωτά της, αλλά και έξυπνη και ισχυρή), η διαβολική σκληρότητα του γιατρού και η μυθική αγνότητα του μάγου-δασκάλου, εμπλουτίζονται όλα με την πολύχρωμη απεικόνιση του Μπουένος Άιρες και της γλώσσας του. Αυτό συμβαίνει κυρίως μέσω της απεγνωσμένης αναζήτησης του παρελθόντος σε όλη την πόλη με τους φίλους του Γάουνα και τους ακόλουθους του γιατρού.
‘Το Όνειρο των Ηρώων’ αγγίζει επίσης την έννοια του ηρωισμού και του ιδεαλισμού, αντανακλώντας τη λαχτάρα του Εμίλιο που οδηγείται από την αναζήτηση ταυτότητας και σκοπού. Στο βιβλίο ο ηρωισμός που απηχεί ο τίτλος του είναι πολύπλευρος, είναι ένα μείγμα ανθεκτικότητας, ηθικής ακεραιότητας, αυτο-ανακάλυψης και θάρρους απέναντι τις προκλήσεις που υπάρχει όχι μόνο στις μεγαλειώδεις χειρονομίες αλλά και στις καθημερινές επιλογές και τους αγώνες του ήρωα. Η επιθυμία του να βρει νόημα στη ζωή, να κατανοήσει τη θέση του στην κοινωνία και να καθορίσει την ταυτότητά του αποτελούν τον πυρήνα των κινήτρων του.
‘Ένα απόγευμα, συζήτησαν περί γενναιότητας. Ο Γάουνα άκουσε έκπληκτος – χωρίς να παραλείψει να διαμαρτυρηθεί – πως του λόγου του, κατά τον Ταβοάδα, ήταν πιο θαρραλέος από τον Λάρσεν. Όσο για τον τελευταίο, φαινόταν να αποδέχεται ασυζητητί αυτόν τον ισχυρισμό. Ο Γάουνα είπε πως ο φίλος του ήταν ανά πάσα στιγμή έτοιμος να αντιμετωπίσει τον οποιονδήποτε, ενώ αυτός, αυτός, αυτός… Κάτι πήγε να πει, μιλώντας με ειλικρίνεια και μ’ αφέλεια, όμως δεν τον άκουσαν. Ο Ταβοάδα έδινε εξηγήσεις :
«Το θάρρος αυτού του είδους, για το οποίο έκανε λόγο ο Γάουνα, είναι άνευ σημασίας. Εκείνο που οφείλει να διαθέτει ένας άντρας είναι μια φιλοσοφική γενναιοψυχία, κάτι σαν μοιρολατρία, που να του επιτρέπει να είναι διατεθειμένος, ανά πάσα στιγμή, όπως οι ιππότες, να απωλέσει το παν».’
Ο Κασάρες αμφισβητεί τις συμβατικές έννοιες του χρόνου και του χώρου, κατασκευάζοντας μια αφήγηση που μετατοπίζεται συνεχώς μεταξύ διαφορετικών επιπέδων πραγματικότητας ενώ χρησιμοποιεί συμβολισμούς και αλληγορίες, στοιχεία που φέρουν βαθύτερα νοήματα πέρα από την κυριολεκτική τους αναπαράσταση και συμβάλλουν στον ονειρικό και σουρεαλιστικό χαρακτήρα της αφήγησης, προσκαλώντας σε διαφορετικές ερμηνείες της ιστορίας.
Το στυλ γραφής του Κασάρες χαρακτηρίζεται από την επιδέξια χρήση της γλώσσας, των σκηνικών, των χαρακτήρων και των θεματικών στοιχείων καθώς και από την προσοχή στη λεπτομέρεια και την ικανότητά του να δημιουργεί έναν ονειρικό, ατμοσφαιρικό κόσμο με άφθονες αναφορές στη μυθολογία και την κλασσική λογοτεχνία δημιουργώντας μια αποπροσανατολιστική αλλά ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα στην αφήγηση.
‘Το Όνειρο των Ηρώων’, «η ωραιότερη ιστορία του κόσμου» κατά τον Μπόρχες είναι ένα σημαντικό βιβλίο, που πέρα από την αναγνωστική απόλαυση προκαλεί τον αναγνώστη να το διαβάσει ακόμη μια φορά μετά την ολοκλήρωση της πρώτης ανάγνωσης.
Το βιβλίο του Adolfo Bioy Casares ‘Το Όνειρο των Ηρώων’ συζητήθηκε στη Λέσχη Ανάγνωσης Passe Partout Reading και αρκετές από τις θέσεις του πιο πάνω κειμένου εκφράστηκαν από τα μέλη της Λέσχης.