ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

στις

Με την πρώτη πρόταση του βιβλίου ‘Τα Χρόνια’  που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ σε μετάφραση Ρίτας Κολαΐτη, η Γαλλίδα συγγραφέας Ανί Ερνό (Annie Ernaux, 1940 – ) επισημαίνει το κίνητρο πίσω από αυτή την αφήγησή της. ‘Όλες οι εικόνες θα χαθούν’ γράφει και πιάνει στα χέρια της τα παλιά της ημερολόγια και τα φωτογραφικά άλμπουμ της οικογένειας για ‘να δώσει μορφή στη μελλοντική της απουσία μέσω της γραφής’. Ανατρέχει, με μια αίσθηση επείγοντος, σε όσα έζησε, σε όσα τη σημάδεψαν, σε όσα διαμόρφωσαν τόσο την ίδια όσο και τον κόσμο γύρω της, προκειμένου να διατηρήσει τη μνήμη τόσο των προσωπικών στιγμών όσο και των ιστορικών γεγονότων· να διαφυλάξει, για όσους θα έρθουν αργότερα, τις συνήθειες, τη νοοτροπία, τον πόνο και τον θρίαμβο όχι μόνο όσων βίωσε εκείνη αλλά και όσων σημάδεψαν την εποχή της.

Είναι δύσκολο να κατατάξει κάποιος αυτό το έργο που διαφέρει σημαντικά από τα παραδοσιακά απομνημονεύματα ενώ η ίδια η Ερνό – όπως αναφέρει στο κατατοπιστικό επίμετρο του βιβλίου ο Ν. Μπακουνάκης – το περιγράφει ως μια «απρόσωπη αυτοβιογραφία».  Αμφισβητώντας τους κανόνες της αυτοβιογραφίας, εξισορροπεί τις αναφορές  στα προσωπικά της ορόσημα με επισημάνσεις από σημαντικές ιστορικές στιγμές στο διάστημα από το 1940 μέχρι τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα. Το αποτέλεσμα είναι μια συναρπαστική επισκόπηση της γαλλικής κοινωνίας κατά το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου αιώνα όπως αυτή καθρεφτίζεται μέσα από τη ζωή της ίδιας. Η κίνηση του χρόνου – σαφής και φευγαλέα ταυτόχρονα – διάσπαρτη με περιστατικά εσωτερικής διαμάχης, προβάλλεται με τέτοια ακρίβεια, που δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς πόσο καλά κρατούσε το ημερολόγιό της για έξι δεκαετίες. 

Κανένας από τους χαρακτήρες αυτής της νοσταλγικής αφήγησης δεν κατονομάζεται, ενώ η συγγραφέας αναφέρεται στον εαυτό της ως «εκείνη» ενώ συχνά γλιστράει και στο συλλογικό «εμείς». Μέσα από το «εκείνη» γνωρίζουμε τον γάμο και το διαζύγιό της, τους εραστές της και τον φόβο της για το τεχνολογικό, εξελιγμένο μέλλον ‘Με την ψηφιακή τεχνολογία, αποσώναμε την πραγματικότητα’. Αλλά κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, μαθαίνει κανείς ότι το «εγώ» είναι ασήμαντο αφού οι τεράστιες αλλαγές τόσο στην κοινωνία όσο και  στην πολιτική μπορεί να είναι εμπειρία οποιουδήποτε. 

Με όχημα τις φωτογραφίες από διάφορα στιγμιότυπα της ζωής της ταξιδεύει μέσα στο χρόνο εξυψώνοντας την προσωπική μνήμη σε συλλογική.  Τα προσωπικά της βιώματα χρωματίζονται από τις παγκόσμιες πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές όλων αυτών των δεκαετιών ενώ διανθίζονται με τοπικές διαλέκτους, συνθηματικές λέξεις και αργκό. Η μεγάλη απεργία των σιδηροδρόμων το 1953, ο πόλεμος της Αλγερίας, ο πόλεμος του Βιετνάμ, η νομιμοποίηση των αμβλώσεων,  έκλειψη του 1999, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, η πτώση των Δίδυμων Πύργων, η απειλή του έιτζ,  η Μπαρντό, η Μποβουάρ, ο Σάρτρ, ο Μπρετόν, ο Μπρελ γίνονται απτά σύμβολα του χρόνου που περνάει και κεντρίζουν αναμνήσεις. Ακριβώς όπως οι μεγαλύτεροι συγγενείς της μαζεύονταν γύρω από το οικογενειακό τραπέζι για να φάνε και να μοιραστούν αναμνήσεις που έγιναν η δική τους εκδοχή της ιστορίας, τώρα είναι η σειρά της Ερνό –και μαζί της, της γενιάς της– να αφηγηθούν την ιστορία του παρελθόντος.

Η αφήγηση περνάει από το παχουλό μωρό μέχρι το κοριτσάκι στην βοτσαλωτή παραλία και την έφηβη που δεν είναι σίγουρη για τον εαυτό της που ‘αντιγράφει στο σημειωματάριο φράσεις που λένε πώς να ζεις – φράσεις που έχουν το αδιαμφισβήτητο βάρος της αλήθειας επειδή προέρχονται από βιβλία, δεν υπάρχει πραγματική ευτυχία παρά μόνο εκείνη που τη συνειδητοποιούμε όταν την απολαμβάνουμε’. Περνάει από τη δυστυχισμένη, μουδιασμένη νοικοκυρά στη μεσήλικη διαζευγμένη που συναντά τον κατά πολύ νεώτερό της εραστή, στην ανύπαντρη μητέρα που στρώνει το τραπέζι της για να υποδεχτεί τους γιούς της με τις συντρόφους τους ως τη συνταξιούχο πλέον γιαγιά που κρατά στην αγκαλιά της την εγγονή της.  Και παράλληλα ο κόσμος γύρω της προσπαθεί να ορθοποδήσει μετά τον πόλεμο, παλεύει με τη φτώχεια και την παιδική θνησιμότητα και αγωνίζεται να ‘συμβαδίσει με την εποχή’. Στα Χρόνια, το πρόσωπο της ιστορίας αποκαλύπτεται μέσα από τα στρώματα της κουλτούρας και των οικογενειακών αναμνήσεων, που ανακτώνται και απελευθερώνονται μέσα από τα λόγια της Ερνό.

Η αναδρομή της γυναίκας στις φωτογραφίες ολοκληρώνεται όταν αποφασίζει να γράψει την ιστορία της, η οποία θα είναι ‘μια ολισθηρή αφήγηση, γραμμένη σε παρελθοντικό χρόνο, συνεχή, απόλυτο, που θα καταβροχθίζει το παρόν όσο θα πλησιάζει την τελευταία εικόνα μιας ζωής.’

Η αλλαγή στις έννοιες του χρόνου και του χώρου, η ιδέα της μνήμης, ο ρόλος των φυλαγμένων εσωτερικών εικόνων. Η αρχική ευφορία της μετακίνησης από τις επαρχίες στα προάστια του Παρισιού και της εύρεσης της ελευθερίας και των ευκαιριών για μια ολοκληρωμένη ζωή δίνει τη θέση της με την πάροδο του χρόνου στην συνειδητοποίηση της διαδοχικότητας της ζωής στη λογική της δημιουργίας αναγκών και στην καταδικασμένη σε συνεχή αποτυχία προσπάθεια εκπλήρωσής τους.

‘Προαισθανόμασταν πως στη διάρκεια μιας ζωής θα εμφανίζονταν απίστευτα πράγματα και οι άνθρωποι θα τα συνήθιζαν, όπως έγινε, σε τόσο λίγο χρόνο, με το κινητό, τον υπολογιστή, το iPod και το GPS. Αυτό που μας αναστάτωνε ήταν η αδυναμία ν’ απεικονίσουμε τον τρόπο ζωής μας μετά από δέκα χρόνια ή να προσαρμοστούμε άψογα σε τεχνολογίες ακόμη άγνωστες. (Άραγε, κάποια μέρα, θα βλέπαμε εντυπωμένη στον εγκέφαλο του ανθρώπου όλη του την ιστορία, όλα όσα έκανε, είπε, είδε, άκουσε;)

Ζούσαμε μες στη δαψίλεια των πάντων-πληροφορίες, «απόψεις ειδικών». Με του που συνέβαινε ένα γεγονός, κάποιος διατύπωνε μια σκέψη, ανεξαρτήτως θέματος: τρόποι συμπεριφοράς, το σώμα, οργασμός, ευθανασία. Τα πάντα συζητούνταν και αποκρυπτογραφούνταν. Ανάμεσα στον «εθισμό», στην «ψυχική ανθεκτικότητα», στην «εργασία του πένθους» υπήρχαν άπειροι τρόποι για να εκφράσουμε τη ζωή και τις συγκινήσεις με λέξεις. Κατάθλιψη, αλκοολισμός, ψυχρότητα, ανορεξία, δυστυχισμένη παιδική ηλικία, τίποτα πια δεν βιωνόταν μάταια. Η κοινολόγηση εμπειριών και φαντασιώσεων ικανοποιούσε τη συνείδηση. Η συλλογική ενδοσκόπηση πρόσφερε μοντέλα για τη ρηματοποίηση του εαυτού μας. Η γκάμα της κοινής γνώμης μεγάλωνε. Το πνεύμα γινόταν πιο  εύστροφο, η εκμάθηση γινόταν σε μικρότερη ηλικία και η βραδύτητα του σχολείου απέλπιζε τους νέους που πληκτρολογούσαν με απίστευτη ταχύτητα  μηνύματα στο κινητό τους.

Μέσα σε τούτο το συνονθύλευμα εννοιών, όλο και πιο δύσκολα έβρισκες μια φράση για σένα, τη φράση που, όταν την επαναλαμβάνεις σιωπηρά, σε βοηθάει να ζεις.’

Annie Ernaux

Με τον ίδιο τρόπο που η Ερνό έχει ξεκινήσει το βιβλίο της δηλαδή με στιγμιότυπα από στιγμές ή συνήθειες που θα χαθούν ή έχουν χαθεί, με τον ίδιο τρόπο το ολοκληρώνει παραθέτοντας στιγμές που η ίδια θέλει να περισώσει. Δεν είναι, ίσως, τυχαίο που μιλάει για ‘σωτηρία’ πραγμάτων στην ψηφιακή εποχή, και ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του βιβλίου είναι ότι κατορθώνει να σώσει τον κοινό χρόνο, τη συλλογική μνήμη και τη βιωμένη διάσταση της Ιστορίας. Με ‘τα Χρόνια’, η Ανί Ερνό έκανε ακριβώς αυτό. Περισσότερο από ένα αλμανάκ ή μια χρονοκάψουλα, άφησε στον κόσμο της εγγονής της έναν θησαυρό εκφράσεων, εντυπώσεων, αισθήσεων, αλλά και ιστορίας, δικής της και μιας ολόκληρης γενιάς.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.