ΠΑΤΣΙΝΚΟ

στις

pachinkoΤο Πατσίνκο’ της αμερικανο-κορεάτισσας συγγραφέως Μιν Τζιν Λι είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που παίρνει ένα παλιό θέμα και το προβάλει με έμφαση, δημιουργώντας έναν ύμνο για τους αγώνες των ανθρώπων που αναγκάζονται να ζήσουν μακριά από τον τόπο τους.

Η ιστορία που ξεκινά το 1910 με την προσάρτηση της Κορέας στην Ιαπωνία και φτάνει μέχρι τη δεκαετία του 1980 καλύπτει την ιστορία αυτών των χρόνων, τον πολιτισμό και τα δεινά μιας μικρής χώρας και των κατοίκων της.

Η έννοια της πατρίδας διερευνάται μοναδικά και διεξοδικά σ’ αυτό το βιβλίο. Τι είναι πατρίδα; Το μέρος που γεννήθηκε κανείς, το μέρος που όλη του τη ζωή αποκαλούσε πατρίδα ή το μέρος που βρέθηκε να ζει ακόμη κι αν αυτό δεν τον αποδέχθηκε ποτέ ως πολίτη του; Και τι γίνεται με την πατρίδα που άφησε πίσω του, ακόμη κι αν αυτή είναι πια αγνώριστη; Στη συγκεκριμένη ιστορία η πατρίδα που έμεινε πίσω είναι η Κορέα, αλλά τώρα πια είναι η Βόρεια Κορέα και η Νότια Κορέα, με άλλες συνθήκες, διαφορετικές από αυτές που θυμούνται όσοι έφυγαν από εκεί πριν από χρόνια.

Η πρώτη πρόταση του βιβλίου «η Ιστορία μας έχει απογοητεύσει, αλλά δεν έχει σημασία», είναι απρόσμενα κυνική για ένα μυθιστόρημα με ιστορικές αναφορές και αναφέρεται στους Κορεάτες που ζουν σε μια ξένη χώρα, υποδηλώνοντας ότι κάθε γενιά πρέπει να συνεχίσει και να προσπαθήσει να αναδημιουργηθεί μετά τις ήττες και τις απογοητεύσεις της προηγούμενης.

Ένα μικρό ψαροχώρι στα βόρεια της Κορέας, το Γιόνγκτο, είναι το σκηνικό για την έναρξη της αφήγησης της Λι. Εκεί ζει ο Χούνι και η Γιάνγκτζιν. Εργατικοί και συνετοί και οι δύο, δουλεύουν σκληρά νοικιάζοντας τα δωμάτια του σπιτιού τους σε φτωχούς ψαράδες, προσπαθώντας να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες της εποχής.

«..όπως συμβαίνει σε χώρες που λεηλατούνται από εχθρούς ή απ’ τη φύση, οι αδύναμοι αυτής της αποικιοκρατούμενης χερσονήσου – ηλικιωμένοι, χήρες κι ορφανά – ήταν, φυσικά, σε απελπιστική κατάσταση. Για κάθε νοικοκυριό που μπορούσε να ταΐσει ένα στόμα παραπάνω, υπήρχαν ορδές ανθρώπων που ήταν πρόθυμοι να δουλεύουν ολόκληρη μέρα για μια κούπα ρύζι με κριθάρι.»

Ο Χούνι πεθαίνει νωρίς από φυματίωση, αφήνοντας τη γυναίκα του να μεγαλώσει μόνη της τη μονάκριβη κόρη τους Σάντζα. Μάνα και κόρη συνεχίζουν τον καθημερινό αγώνα και δουλεύουν νυχθημερόν για να τα βγάλουν πέρα.

Το 1932, η δεκαεξάχρονη Σάντζα συνδέεται με τον πλούσιο και αινιγματικό έμπορο ψαριών Κο Χάνσου – ο οποίος τη βοηθά όταν της επιτίθεται μια παρέα από Ιάπωνες μαθητές. Λίγο αργότερα η Σάντζα μένει έγκυος.  Ο Χάνσου όμως δεν μπορεί να την παντρευτεί αφού είναι ήδη παντρεμένος με Γιαπωνέζα και πατέρας τριών κοριτσιών. Η Σάντζα και η μητέρα της προσπαθούν να ετοιμαστούν για την επικείμενη ταπείνωση που τις περιμένει όταν ένας φιλάσθενος ιερέας, ο Ίσακ Μπεκ, προσφέρεται να παντρευτεί τη Σάντζα και να σώσει το όνομα της οικογένειας και τη ζωή της ίδιας. Η ηρωίδα μεταναστεύει στην Οσάκα, παντρεμένη με έναν άνθρωπο για τον οποίο αρχικά νοιώθει μόνο ευγνωμοσύνη και περνά την υπόλοιπη ζωή της σ’ ένα κόσμο που τους αντιμετωπίζει ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας και στον οποίο ποτέ δεν αισθάνθηκε ότι ανήκει.

Το ζευγάρι μένει σε ένα άθλιο γκέτο στην Οσάκα μαζί με τον αδελφό του Ίσακ και τη γυναίκα του, την όμορφη Κιάουνκι, με τους οποίους οι δεσμοί είναι ισχυροί. Όλοι μαζί αγωνίζονται να επιβιώσουν μέσα από τις καθημερινές διακρίσεις που υφίστανται, τη φτώχεια, τις διώξεις και τις συνέπειες του Β’ παγκόσμιου πολέμου.

Το αγόρι που γεννιέται, ο Νόα, θεωρείται από την αρχή παιδί της οικογένειας και όλοι το καλοδέχονται, το φροντίζουν και το αγαπάνε όσο και το δεύτερο παιδί της Σάντζα και του Ίσακ, τον Μοζάσου. Οι διαπροσωπικές σχέσεις μέσα στην οικογένεια αλλά και με τους γύρω τους και η γνωριμία του αναγνώστη με την κορεάτικη και την ιαπωνική κουλτούρα και ιστορία, είναι κάποια από τα στοιχεία του βιβλίου που το κάνουν ιδιαίτερα ενδιαφέρον.

Όταν ο Ίσακ συλλαμβάνεται για ανεπαρκή  αφοσίωση στον αυτοκράτορα – ο οποίος, εκείνη την εποχή, θεωρείτο θεός – η Σάντζα  με την Κιάουνκι αρχίζουν να πωλούν σπιτικό τουρσί και γλυκά για να κερδίσουν τα επιπλέον χρήματα που τους χρειάζονται για την επιβίωσή τους. Το μεγαλύτερο αγκάθι όμως στη νέα τους ζωή μοιάζει να είναι αυτή η απόλυτη απουσία της ελπίδας να αποκτήσουν κάποια στιγμή ιθαγένεια. «Άνθρωποι σαν κι εμάς δεν έχουν πατρίδα» λέει κάποια στιγμή ένας από τους ήρωες της ιστορίας και αυτό μοιάζει να επιβεβαιώνεται καθημερινά. Τους αποκαλούν ζαϊνίτσι -που σημαίνει τον Κορεάτη που ζει στην Ιαπωνία σαν μετανάστης ή είναι απόγονος μεταναστών – και η ετικέτα αυτή τους στιγματίζει και τους ακολουθεί σε όλη τους τη ζωή.

 «Όπως όλα τα παιδιά ο Νόα είχε μυστικά αλλα τα δικά του δεν ήταν συνηθισμένα. Στο σχολείο, χρησιμοποιούσε το ιαπωνικό του όνομα, Νομπούο Μπόκου, αντί για Νόα Μπεκ και παρόλο που στην τάξη ήξεραν ότι ήταν Κορεάτης από το ιαπωνοποιημένο  επίθετό του, αν γνώριζε κάποιον που δεν ήξερε αυτό το γεγονός, ο Νόα δεν συζητούσε ανοιχτά αυτή τη λεπτομέρεια.  Μιλούσε και έγραφε καλύτερα ιαπωνικά από τα περισσότερα ντόπια παιδιά. Στην τάξη, έτρεμε την αναφορά στη χερσόνησο όπου γεννήθηκαν οι γονείς του και αν ο δάσκαλος ανέφερε τίποτε για την αποικία της Κορέας χαμήλωνε το βλέμμα στα χαρτιά του.»

Καθώς ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος οδεύει προς τη λήξη του, η οικογένεια δραπετεύει σε μία φάρμα για να γλιτώσει από τους βομβαρδισμούς. Επιστρέφοντας μετά από καιρό στην Οσάκα, η  Σάντζα και η Κιάουνκι  προσπαθούν να συνεχίσουν τη ζωή τους δουλεύοντας και μεγαλώνοντας τα παιδιά. Ο Μοζάσου γρήγορα εγκαταλείπει το σχολείο για να δουλέψει σε μια επιχείρηση πατσίνκο ενώ ο φιλομαθής Νόα καταφέρνει να μπει στο πανεπιστήμιο.

Οι γυναικείοι χαρακτήρες του βιβλίου είναι μοναδικοί! Όλοι! Η Σάντζα, γλυκιά, αγράμματη, αθώα, και επίμονη, είναι ο χαρακτήρας που παραμένει στο επίκεντρο του μυθιστορήματος μέχρι το τέλος του. Αλλά και η μητέρα της, η Κιάουνκι, οι νύφες της οικογένειας, όλες τους είναι μοναδικές. Διαχειρίζονται με σοφία το σπίτι, τα αρσενικά ‘εγώ’, τον ρατσισμό, τους θανάτους, τον πόλεμο και συντηρούν και στηρίζουν την οικογένειά τους δουλεύοντας εξαντλητικά και αγόγγυστα.

Η Λι παρακολουθεί τη ζωή των αρχικών χαρακτήρων και των απογόνων τους προβάλλοντας έτσι τη ζωή των Κορεατών στην Ιαπωνία όπου προσπάθησαν να επιβιώσουν παρά τον ρατσισμό και τις διώξεις. Όσοι μπόρεσαν να υποδυθούν τους Ιάπωνες τα κατάφεραν. Άλλαξαν το όνομά τους, τα ήθη τους, ξεφορτώθηκαν τη διαφορετική προφορά τους, φόρεσαν δυτικά ρούχα και προσπάθησαν να ενσωματωθούν στο περιβάλλον που ήταν αναγκασμένοι να ζήσουν. Τώρα αν αισθανόντουσαν περήφανοι γι’ αυτό ή ντροπιασμένοι που απαρνήθηκαν την καταγωγή τους, ε αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Min Jin LeeΣτις σημειώσεις του βιβλίου η Λι γράφει ότι η ιδέα για το βιβλίο γεννήθηκε  όταν άκουσε την ιστορία ενός νεαρού Κορεάτη που αυτοκτόνησε επειδή δεν άντεξε τον εκφοβισμό που υπέστη λόγω της καταγωγής του. Η ίδια η συγγραφέας έχει γεννηθεί στη Νότια Κορέα και μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν ήταν επτά ετών.

Ο τίτλος του βιβλίου ‘Πατσίνκο’ είναι δανεισμένος από ένα τυχερό παιχνίδι τύπου φλίπερ, αρκετά διαδεδομένο στην Ιαπωνία, στο οποίο ο παίκτης είναι μόνος του απέναντι στο ταμπλώ του παιχνιδιού και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να καταφέρει να επιλέξει το μηχάνημα που έχει στατιστικά μεγαλύτερες ελπίδες να του αποδώσει κέρδη. Όπως δηλαδή και στη ζωή, μόνο που το πατσίνκο είναι ένα παιχνίδι ενώ η ζωή όχι!

Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ σε μετάφραση Βάσιας Τζανακάρη.

Εκδόσεις : ΙΚΑΡΟΣ

4 Σχόλια Προσθέστε το δικό σας

  1. Ο/Η mysecretbookblog λέει:

    Πάρα πολύ ενδιαφέρον 🙂

    Αρέσει σε 2 άτομα

    1. Ο/Η Βάσω Μπερή λέει:

      Πραγματικά ενδιαφέρον και με πολλά θέματα! Το συνιστώ ανεπιφύλακτα.

      Αρέσει σε 2 άτομα

  2. Ο/Η Joanna Katsikopoulou λέει:

    Ενδιαφέρουσα πρόταση – και παρουσίαση. Με ενδιαφέρον βλέπω πώς ένας κοινός προβληματισμός, για τη σημασία της πατρίδας, μπορεί να φέρει πιο κοντά πολιτισμούς σε απόσταση.

    Αρέσει σε 1 άτομο

    1. Ο/Η Βάσω Μπερή λέει:

      Είναι πολύ ενδιαφέρον βιβλίο και ο προβληματισμός για την έννοια της πατρίδας είναι μόνο ένα από τα πολλά θέματά του.

      Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.