Η ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ ΜΟΥ

στις

Ο Τζόναθαν Κόου (Jonathan Coe, Μπέρμιγχαμ 1961–), ένας από τους πιο αγαπητούς συγγραφείς της σύγχρονης βρετανικής λογοτεχνίας και δεινός χρονικογράφος των κοινωνικών και πολιτικών μεταβολών της πατρίδας του, επιστρέφει με ένα από τα πιο φιλόδοξα έργα του. Το μυθιστόρημα Η απόδειξη της αθωότητάς μου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πόλις, σε μετάφραση της Άλκηστης Τριμπέρη, αποτελεί συνέχεια της συγγραφικής πορείας του συγγραφέα, στο οποίο επεκτείνει τα όρια τόσο της φόρμας όσο και του περιεχομένου.

Η απόδειξη της αθωότητάς μου’ είναι ένα πολύπλευρο, υβριδικό αφήγημα που συνδυάζει πολιτική σάτιρα, αστυνομικό μυστήριο, campus novel και μεταμυθοπλασία. Πρόκειται για ένα βιβλίο που, πίσω από την ευφυή πλοκή και το λεπτό  χιούμορ, κρύβει έναν βαθύ προβληματισμό τόσο γύρω από την αλλοίωση της βρετανικής πολιτικής ταυτότητας  όσο και την πολυπλοκότητα της σύγχρονης αφήγησης.

Η ιστορία διαδραματίζεται το 2022, μια ταραχώδη χρονιά για τη Βρετανία, με τη σύντομη και χαοτική πρωθυπουργία της Λιζ Τρας, τον θάνατο της Βασίλισσας Ελισάβετ Β΄ και τη γενικότερη πολιτική αστάθεια να προσφέρουν ένα ιδανικό σκηνικό για το μυθιστόρημα του Κόου.

Η πλοκή ξεκινά με τη δολοφονία του Κρίστοφερ Σουάν, ενός δημοσιογράφου που ερευνά ένα συντηρητικό think tank, γνωστό με το όνομα Processus Group,  κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου στο Κότσγουολντς. Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται η Φιλ, μια νεαρή που έχει πρόσφατα ολοκληρώσει τις σπουδές της και έχει επιστρέψει στην πατρική εστία. Ειλικρινής και ευάλωτη, ενσαρκώνει την αβεβαιότητα και την αναζήτηση νοήματος της γενιάς της. Ενώ επιθυμεί να γίνει συγγραφέας βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια αδιάφορη πλην εξοντωτική δουλειά σε ένα γιαπωνέζικο εστιατόριο. Μέσα από τη Φιλ και την προσπάθεια να αρθρώσει τη δική της ιστορία, ο Κόου αναγνωρίζει την αξία της φωνής της νέας γενιάς, που συχνά πνίγεται από τον θόρυβο του πολιτικού κυνισμού.

‘Μια σκέψη της πέρασε από το μυαλό. Μήπως θα μπορούσε κι αυτή να γράψει ένα τέτοιο βιβλίο. Αν δεν ήταν ακόμη έτοιμη,  προς το παρόν (κι ένιωθε πως δεν ήταν αρκετά έτοιμη), να ξεγυμνώσει την ψυχή της στην τυπωμένη σελίδα – να γράψει κάτι σοβαρό, κάτι που θα αντικατόπτριζε την ειλικρινή της άποψη για τη ζωή – , τι θα τη σταματούσε να ξεπετάξει στα γρήγορα ένα τέτοιο βιβλίο και να βγάλει λίγο εύκολο χρήμα; Σίγουρα θα ήταν καλύτερο από το να φτιάχνει σούσι όλη μέρα και πόσο δύσκολο θα μπορούσε να είναι; Θα έπαιρνε ένα ειδυλλιακό σκηνικό της υπαίθρου, «απολύτως αγγλικό», ό,τι κι αν σήμαινε αυτό, θα πέταγε ανάμεσα στους χαρακτήρες κληρικούς και ιδιοκτήτες παμπ και διαιτητές κρίκετ, θα επινοούσε μια πρόχειρη πλοκή με θέμα έναν φόνο. Υπέθετε πως θα έπρεπε να υπάρχει ένας ντετέκτιβ, κάποιος ιδιόρρυθμος και ασυνήθιστος – ίσως να τους προίκιζε με κανένα ξύλινο πόδι ή κάποιο περίεργο χόμπι, όπως συλλέκτης πεταλούδων ή οδηγός ποδηλάτου με τεράστιο μπροστινή ρόδα. Θα ήταν σαν να γράφει σχολική έκθεση: το μόνο που είχες να κάνεις ήταν να βεβαιωθείς ότι έχει σωστή δομή και ότι ακολουθείς το συμφωνημένο πρότυπο και θα έπαιρνες ένα αξιοπρεπέστατο εννιαράκι. Θα άξιζε τον κόπο, όχι;’

Η Φιλ αποφασίζει να διερευνήσει την υπόθεση της δολοφονίας του Κρίστοφερ – φίλου της μητέρας της από τον καιρό που φοιτούσαν και οι δύο στο Κέιμπριτζ – μαζί με τη Ρασίντα, υιοθετημένη κόρη του θύματος. Την έρευνα επισήμως αναλαμβάνει  μια εκκεντρική επιθεωρήτρια, η Προύντενς Φρίμπορν, μια ντετέκτιβ παλαιάς κοπής με εξαιρετικό χιούμορ και αμείωτο κυνισμό.

Στο ‘Η απόδειξη της αθωότητάς μου’ αξιοποιούνται όλα τα κλασικά στοιχεία του βρετανικού ανάλαφρου μυθιστορήματος μυστηρίου: ένα έγκλημα σε απομονωμένο αρχοντικό, ύποπτοι αριστοκράτες και μυστικά περάσματα. Ωστόσο, ο συγγραφέας αρνείται να αρκεστεί σε μια απλή αστυνομική φόρμα. Μέσω της μεταμυθοπλασίας διασκεδάζει με διαφορετικές εκδοχές της δολοφονίας, με αφηγητές που αμφισβητούν την ίδια τους την αφήγηση ενώ  σχολιάζει τη διαδικασία της συγγραφής και τη λογοτεχνία ως φορέα της αλήθειας. Το ερώτημα ποια αφήγηση είναι αληθινή διαπερνά το έργο, με σαφή αναφορά στην κρίση αξιοπιστίας όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά και στη δημοσιογραφία και την πολιτική. Ταυτόχρονα, θέτει ζητήματα αυθεντικότητας και ευθύνης της αφήγησης: μπορεί η μυθοπλασία να πει την αλήθεια όταν όλα γύρω της είναι κατασκευασμένα;  Ίσως όχι, σίγουρα όμως μπορεί να καταγράψει το πρόβλημα ακόμη κι αν δεν μπορεί να το διορθώσει.

Ο Κόου τοποθετεί τις ρίζες του Processus Group στο Κέιμπριτζ της δεκαετίας του 1980 – την εποχή της Θάτσερ, του ελιτισμού και της γέννησης του νεοφιλελευθερισμού. Τα μέλη του, που στοχεύουν στην ιδιωτικοποίηση του Βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας, παρουσιάζονται στην αφήγηση ως καρικατούρες, ωστόσο προκαλούν τρόμο με τον κυνισμό και τη συστηματική τους επιδίωξη να υπονομεύσουν το κοινωνικό κράτος. Η ακαδημαϊκή ατμόσφαιρα που αναδύεται μέσα από τη ζωή των χαρακτήρων στη δεκαετία του ’80, ενισχύεται  με την παρουσία αινιγματικών ηλικιωμένων καθηγητών, εξαφανισμένων βιβλίων, ενός συγγραφέα αίνιγμα και αρκετών μυστικών συναντήσεων στα άδυτα της πανεπιστημιούπολης του Κέιμπριτζ. Μέσα από αναδρομές, ο Κόου φωτίζει τη μακρά διάρκεια των ιδεολογιών που σήμερα φαντάζουν ακραίες, καταδεικνύοντας την δημιουργία τους πίσω στο χρόνο. Η νοσταλγία, η οποία διατρέχει αυτές τις αναδρομές, δεν είναι ρομαντική αλλά λειτουργεί ως εργαλείο κατανόησης των δομών που διαμορφώνουν τη σημερινή πολιτική – προσδίδοντας στο έργο μια υπόγεια μελαγχολία και στοχαστική διάσταση.

Διατρέχοντας τέσσερις δεκαετίες βρετανικής ιστορίας ο Κόου συνθέτει ένα έργο με γρήγορο ρυθμό και συνεχείς ανατροπές, για να προβάλει τον παραλογισμό της σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας, την αποτυχία των θεσμών  αλλά και τη διαρκή ανάγκη του ανθρώπου να αφηγηθεί  και να κατανοήσει  τον κόσμο του. Όσο για την «αθωότητα» του τίτλου του βιβλίου  δεν φαίνεται να είναι τίποτα περισσότερο από έναν χαμένο τόπο — μια ιδέα που ίσως να μην υπήρξε ποτέ.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.